Του Αλέξη Βάκη
Πολύς θόρυβος έχει ξεσπάσει τελευταία, με αφορμή το κλείσιμο του διαδικτυακού κόμβου gamato.info, μέσω του οποίου χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως νέοι, κατέβαζαν δωρεάν κινηματογραφικές ταινίες και δίσκους μουσικής. Η σύλληψη των διαχειριστών του κόμβου αυτού –οι οποίοι αφέθηκαν ελεύθεροι μερικές μέρες αργότερα– προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις, έγιναν συγκεντρώσεις έξω από τη βουλή, κυκλοφόρησαν ανακοινώσεις συμπαράστασης από πολιτικά κόμματα, ενώ διάφορες ιντερνετικές σελίδες του τύπου «λευτεριά στα παιδιά του gamato» αριθμούν ήδη δεκάδες χιλιάδες μέλη. Χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για μια πρωτόγνωρη κατάσταση, με μια δυναμική μερίδα του πληθυσμού να επιμένει πως είναι «αναφαίρετο δικαίωμά της»(2) να κατεβάζει μουσική και ταινίες από το ίντερνετ, χωρίς να την απασχολούν δευτερεύουσες λεπτομέρειες, όπως η εξασφάλιση της σχετικής άδειας από τους δημιουργούς ή η απόδοση των –πνευματικών και άλλων– δικαιωμάτων που απορρέουν από τα έργα τέχνης. Στις παρακάτω γραμμές, λοιπόν, θα προσπαθήσω να κάνω σαφέστερο τι ακριβώς λένε –πέρα από τα συνθήματα– όσοι μιλάνε για free downloading (και μάλιστα χωρίς περιορισμούς), δηλώνοντας εξαρχής πως όσοι φωνάζουν περισσότερο δεν έχουν κατ’ ανάγκην και δίκιο.
Για να εξηγούμαστε
Πριν απ’ όλα, να ξεκαθαρίσω πως δεν προέρχομαι από κάποιον άλλο πλανήτη. Όπερ σημαίνει: κι εγώ έχω κατεβάσει κατά καιρούς δίσκους και ταινίες από το ίντερνετ. Ο λόγος ήταν απλός: βρήκα μπροστά μου τους δίσκους, τους λιμπίστηκα (ιδίως αυτούς που ήταν καταργημένοι και δεν μπορούσα να τους συναντήσω πια στο εμπόριο), είχα τη δυνατότητα να τους κατεβάσω εφόσον μου προσφέρονταν δωρεάν• και το έκανα. Όπως τα παλαιότερα χρόνια είχα αντιγράψει –καθώς όλοι μας άλλωστε– βινίλια σε κασέτες. Και ακόμα αντιγράφω σε φίλους, αν μου το ζητήσουν, δυσεύρετα cd που υπάρχουν στη συλλογή μου. Ποτέ μου όμως δεν θεώρησα πως αυτός είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος για να κυκλοφορεί η μουσική ανάμεσα σε αυτούς που την αγαπάνε, ούτε βέβαια πως το να κατεβάζω δίσκους από το διαδίκτυο είναι κεκτημένο μου δικαίωμα (άλλωστε σε αυτή την περίπτωση θα ήμουν υποχρεωμένος να απαντήσω και στην ερώτηση πότε κατακτήθηκε). Πόσω μάλλον αν αναλογιστώ τον αριθμό των 16.000.000 επισκέψεων που δεχόταν καθημερινά το gamato.info (3), ο οποίος με δυσκολεύει αφάνταστα να δεχθώ πως ο ιστότοπος αυτός ήταν κάτι σαν τον Ρομπέν των Δασών (που εν προκειμένω μοίραζε έργα τέχνης), ιδίως όταν μαθαίνω πως αυτοί που τον διαχειρίζονταν εισέπρατταν χρήματα από διαφημίσεις, έτσι ώστε «να βγαίνουν τα έξοδά του».
Μπαίνοντας πάντως στις ηλεκτρονικές σελίδες των υπερασπιστών του free downloading, διαπίστωσα πως η φανατίλα που υπάρχει εκεί είναι ανεξέλεγκτη. Μέχρις ενός σημείου τουλάχιστον, αυτό μπορώ να το κατανοήσω: διότι, όταν όλα γύρω σου συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η τέχνη είναι ευτελούς αξίας (μια ματιά στους πάγκους με τις κυριακάτικες εφημερίδες θα σας πείσει επ’ αυτού), μετά δεν δέχεσαι αδιαμαρτύρητα να σου πάρουν πίσω το παιχνίδι σου. Υπ’ αυτή την έννοια, φαντάζει μάλλον φυσιολογικό να ακούς σε τέτοιους χώρους επιχειρήματα της κατηγορίας «αφήνουν έξω όλους τους πολιτικούς και τους κλέφτες και κλείνουν μέσα τα παιδιά του gamato». (4) Είναι όμως θλιβερό να ακούς, όχι από οργισμένους πιτσιρικάδες, αλλά από πολιτικά κόμματα, και μάλιστα της Αριστεράς, κορόνες σαν την παρακάτω: «Την επόμενη φορά που η αστυνομία θα δώσει παράσταση με εφόδους σε σπίτια, συλλήψεις και κατασχέσεις σκληρών δίσκων, σαν να κυνηγά τρομοκρατική οργάνωση, καλό θα είναι να αφορά τη διαλεύκανση υποθέσεων αποδεδειγμένης εξαπάτησης του ελληνικού λαού, όπως η Ζίμενς ή το Βατοπέδι, και όχι ο διαμοιρασμός αρχείων από χρήστες του διαδικτύου». (5) Διότι αντιλαμβάνεσαι πως ο λαϊκισμός, δηλαδή η κολακεία των αυτιών των πολλών, είναι πλέον παντοδύναμος και ευδοκιμεί παντού.
Πέντε-πέντε δέκα ανεβαίνω τα σκαλιά (6)
Για να πάρω τα πράγματα από τη αρχή, τα βασικά επιχειρήματα όσων απαιτούν δωρεάν μουσική και ταινίες μέσω του ίντερνετ είναι κυρίως δύο:
Α. Τα cd και τα dvd είναι πολύ ακριβά, έτσι οι μη έχοντες δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά.
Θα αντιπαρέλθω κατ’ αρχήν την επωδό περί της «μη προσβασιμότητας» στα έργα τέχνης στις μέρες μας, αναλογιζόμενος απλώς τι συνέβαινε μερικά χρόνια πιο πριν (για να μην πάω, ας πούμε, στην προπολεμική εποχή, όπου το να δεις μια ταινία ή να ακούσεις ένα μουσικό έργο ήταν κάτι που δεν μπορούσες να κάνεις σε καθημερινή βάση, χωρίς βεβαίως να συνυπολογίσω την προσφερόμενη ποικιλία). Και θεωρώ βαθιά υποκριτικό το να απαιτεί κάποιος δωρεάν μουσική και ταινίες, επικαλούμενος το γεγονός ότι δεν έχει χρήματα, τη στιγμή που δεν ζητεί τίποτε ανάλογο από τη σημερινή κοινωνία. Εκτός φυσικά αν κάποιος από τους λεβέντες που κραυγάζουν «λευτεριά στο gamato» μάς πει ότι, για παράδειγμα, τα φάρμακα (ή τα είδη διατροφής, τα ρούχα κ.ο.κ.) δεν είναι ακριβά στην Ελλάδα και ως εκ τούτου δεν συντρέχει λόγος επαναστατικής «απαλλοτρίωσής» τους.
Δεν έχω πάντως κανένα πρόβλημα να παραδεχτώ πως οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες έσκαψαν μόνες τους το λάκκο στον οποίο έπεσαν, κρατώντας σε απαράδεκτα υψηλές τιμές δίσκους που είχαν πρωτοκυκλοφορήσει πριν από τριάντα και σαράντα χρόνια, που είχαν δηλαδή αποσβέσει πολλάκις το κόστος παραγωγής τους. Όταν όμως σήμερα η δισκογραφία κρατιέται κυρίως χάρη στην «αγάπη για τη φανέλα» όσων εξακολουθούν να επενδύουν σε αυτήν, εκ των οποίων οι περισσότεροι ανήκουν στο χώρο της ανεξάρτητης παραγωγής και εσύ δεν το βλέπεις, επιμένοντας σε μια πολεμική σαν να έχεις μπροστά σου τις πολυεθνικές του ’80, είσαι απλώς εκτός πραγματικότητας. Διότι οι μεν μεγάλες εταιρείες θα απομακρυνθούν εγκαίρως από τον ζημιογόνο τομέα (οι πιο πολλές το έχουν κάνει ήδη), όμως η μαύρη τρύπα που θα μείνει στην καθεαυτό μουσική υπόθεση είναι ανυπολόγιστη. Να το πω και αλλιώς: αν μια μουσική εργασία, η οποία απαιτεί μεγάλη ορχήστρα, δεν φέρει πίσω τα χρήματα που δαπανήθηκαν γι’ αυτήν, τότε κανείς δεν θα χρηματοδοτήσει ξανά στο μέλλον μια ακριβή παραγωγή. Κάτι που δεν φαίνεται να απασχολεί τους φωνασκούντες, οι οποίοι για το μόνο που δείχνουν να καίγονται είναι αν θα μπορούν να την κατεβάσουν δωρεάν από το ίντερνετ (ακόμα και αν δεν την ακούσουν ποτέ), χωρίς να ενδιαφέρονται για τα υπόλοιπα.
Προκαλεί επίσης μεγάλη κατάπληξη το γεγονός πως, όταν η κουβέντα έρχεται στα διαφυγόντα –λόγω free downloading– δικαιώματα, αυτά είναι μόνον τα δικαιώματα των δισκογραφικών εταιρειών, τις οποίες κανείς δεν λυπάται, διότι επί δεκαετίες ρουφούσαν το αίμα του λαού κ.λπ. κ.λπ. Λες και κανείς δεν άκουσε πως υπάρχουν και οι δημιουργοί στην υπόθεση. Ή, ακόμα χειρότερα, σαν αυτοί να μην έχουν κανένα –υλικό, αλλά και ηθικό– δικαίωμα πάνω στο ίδιο τους το έργο. Όμως επ’ αυτού θα επανέλθω.
Ήξεις αφήξεις ου θνήξεις εν πολέμω
Το δεύτερο επιχείρημα είναι ακόμα εντυπωσιακότερο. Διότι προσπαθεί να μας πείσει πως
Β1. Οι ιστοσελίδες διαμοιρασμού δεν διαπράττουν παρανομία, εφόσον δεν διακινούν οι ίδιες αρχεία, απλώς επιτρέπουν σε κάποιον χρήστη να εισέλθει στους υπολογιστές άλλων χρηστών και να αντιγράψει αρχεία από εκεί.
Για να καταλήξει στο ρεφρέν, που ισχυρίζεται πως:
Β2. Η τεχνολογία δεν ποινικοποιείται.
Ας δούμε όμως πως λειτουργεί –σύμφωνα με στους θιασώτες του free downloading– μια ιστοσελίδα διαμοιρασμού: «Ο χρήστης ανεβάζει στην ιστοσελίδα ένα αρχείο torrent, το οποίο δεν περιέχει τραγούδια, ταινίες κ.λπ., αλλά είναι ένα μικρό αρχείο-κλειδί, το οποίο επιτρέπει στο χρήστη να εισέλθει στους υπολογιστές όσων άλλων χρηστών το έχουν, και να αντιγράψει κάποια αρχεία. Είναι δηλαδή σαν να αφήνει κάποιος έξω από την πόρτα του ένα cd μουσικής, επιτρέποντας –σε όσους θέλουν– να το αντιγράψουν. Με λίγα λόγια, η ιστοσελίδα διαμοιρασμού δεν περιέχει παράνομο υλικό και οι διαχειριστές της περιορίζονται στην παροχή αυτής της υπηρεσίας». (7)
Αυτό όμως σημαίνει πως αν κάποιος άφηνε έξω από την πόρτα του, για παράδειγμα, ένα dvd με παιδοφιλικό περιεχόμενο, και πάλι ούτε γάτα ούτε ζημιά κατά το συγγραφέα. Διότι η ευθύνη θα βάρυνε εκείνον που αντέγραψε το dvd και όχι αυτόν που το άφησε. Κάτι που φαίνεται ανάγλυφα στην αμέσως επόμενη παράγραφο, όπου υπεισέρχεται και ολίγη από τη –ναζιστική– θεωρία περί συλλογικής ευθύνης. Θαυμάστε: «Στην πραγματικότητα, λοιπόν, δεν είναι οι διαχειριστές του gamato.info οι παράνομοι, που στο κάτω κάτω δεν αποκόμισαν μεγάλα (sic) χρηματικά κέρδη, αλλά οι 850.000 χρήστες του. Όλοι εμείς που έστω και μια φορά έχουμε κατεβάσει ένα αρχείο μουσικής ή μια ταινία, χωρίς να πληρώσουμε, που αντιγράφουμε τα cd που δανειζόμαστε ή αντιγράφουμε πάνω από δύο φορές cd που έχουμε αγοράσει οι ίδιοι για τον εαυτό μας». (8)
Και μετά λέμε για στους παπάδες, που απλώς βάφτισαν το κρέας ψάρι και –πίστεψαν ότι– καθάρισαν. Όσο για την τεχνολογία, η οποία «δεν ποινικοποιείται», πολύ θα ήθελα να δω όσους ξεφουρνίζουν στα σοβαρά κάτι τέτοιο να ανακαλύπτουν πως κάποιος, ελέω τεχνολογίας, παρακολουθεί όλα όσα διαμείβονται στην κρεβατοκάμαρά στους. Πόσο άνετοι θα ήταν άραγε τότε; Εκτός αν κάτι τέτοιο τούς φαίνεται πια τόσο απίθανο στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε….
Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά πέσαν επάνω στην εργατιά (9)
Θα παρατηρήσατε ενδεχομένως πως μίλησα ελάχιστα ως τώρα για να υπερασπιστώ τα δικαιώματα των δημιουργών πάνω στο έργο τους. Δικαιώματα που, τουλάχιστον σύμφωνα με τον υπάρχοντα νόμο 2121 του 1993, είναι διπλής μορφής: το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου τους (περιουσιακό δικαίωμα), αλλά και το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού τους δεσμού προς αυτό (ηθικό δικαίωμα). Αλλά επ’ αυτού είναι αρμοδιότερος να μιλήσει ο συνθέτης Γιάννης Γλέζος, πρόεδρος του ιστορικού σωματείου της ΕΜΣΕ (Ένωσης Μουσικοσυνθετών Στιχουργών Ελλάδας), του μόνου ενεργού σωματείου των δημιουργών της μουσικής και του τραγουδιού που υπάρχει σήμερα:
«Το πνευματικό δικαίωμα είναι εργασιακό δικαίωμα και κατάκτηση των αγώνων των δημιουργών. Δεν μπορεί κανείς να το απεμπολήσει εξ ονόματος οποιασδήποτε δήθεν “ελευθερίας της επικοινωνίας ή της πρόσβασης”, γιατί είναι το ίδιο σαν να θέλεις να καταργήσεις το οκτάωρο του εργαζομένου εξ ονόματος της ελευθερίας του εργοδότη ή του πελάτη. Είναι επίσης και ατομικό δικαίωμα που δεν μπορείς να το καταργήσεις εξ ονόματος της απαίτησης των πολλών, γιατί θα ήταν το ίδιο σαν να αποφάσιζε η πλειοψηφία να φυλακίζει τους ξένους ή τους ομοφυλόφιλους, επειδή έτσι της αρέσει. Μ’ άλλα λόγια, το πνευματικό δικαίωμα είναι ανθρώπινο δικαίωμα, παγκόσμια κατοχυρωμένο, ανεξαρτήτως της βούλησης της πλειοψηφίας.
»Ο δημιουργός (συνθέτης, ποιητής) πρέπει να μπορεί να ζει από τα πνευματικά του δικαιώματα και μόνο. Θέλετε σώνει και καλά να υποχρεωθεί να γίνει μέρος της κοινωνίας του θεάματος και να υποδύεται τον σόουμαν σε παραστάσεις και σε κέντρα διασκέδασης ή να πουλάει μπλουζάκια με το όνομά του στις συναυλίες, προκειμένου να βγάζει ένα μεροκάματο;». (10)
Στο ίδιο ερώτημα, αν δηλαδή η τέχνη είναι ταυτόχρονα και βιοπορισμός για τους δημιουργούς της ή –διαφορετικά– πώς θα ζήσουν οι καλλιτέχνες αν όχι από το έργο τους, έχει ήδη απαντήσει και ο αείμνηστος Γιώργος Κουμάντος, από τους πρωτοπόρους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο νομικούς σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας: «Οι δικαιούχοι πρέπει να απολαμβάνουν τους καρπούς της πνευματικής τους δημιουργίας, τη μόνη παραδεκτή μέθοδο χρηματοδότησης της πνευματικής δημιουργίας».
Το τραγούδι των Σειρήνων
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, όλα όσα συμβαίνουν σήμερα δεν απέχουν πολύ από την προ 25ετίας κατάσταση, όταν το αίτημα για «ελεύθερη» ραδιοφωνία ήταν κυρίαρχο. Το μονοπώλιο της κρατικής ραδιοφωνίας δεν ήταν βέβαια δυνατόν να παραμείνει επ’ άπειρον. Όμως αυτό που ονειρευόμασταν τότε, να δούμε δηλαδή να ξεφυτρώνουν ραδιόφωνα με φαντασία και μεράκι, πέρα από πολιτικοοικονομικές εξουσίες και συμφέροντα, δεν συνέβη ποτέ. Αντ’ αυτού, φεσωθήκαμε και όλα τα ραδιόφωνα των κεφαλαιοκρατικών τραστ, τα οποία με τα χρόνια ομογενοποιήθηκαν σε αυτό το lifestyle –και απολύτως κατευθυνόμενο–ραδιόφωνο που ξέρουμε. Το οποίο ποτέ κανείς ξανά δεν αποκάλεσε (και δικαίως) «ελεύθερη», παρά μόνον «ιδιωτική» ραδιοφωνία. Έχοντας λοιπόν ζήσει το κλίμα εκείνων των ημερών και βιώσει την πλήρη διάψευση των προσδοκιών, δεν θα επιθυμούσα να δω την ιστορία να επαναλαμβάνεται. Στη θέση δηλαδή των –μάλλον αφελών, ας μου επιτρέψουν την έκφραση– νεαρών του gamato.info, να βρεθούν να διαχειρίζονται τα εκατομμύρια αρχεία της εικόνας και του ήχου (έχοντας μάλιστα ξεμπερδέψει με τις όποιες αντιστάσεις των δημιουργών) ιντερνετικοί κολοσσοί σαν το google ή το yahoo. Έχετε καμιά αμφιβολία ότι προς τα κει πάνε τα πράγματα τελικά;
Παραπομπές:
(1) Τι είναι η πατρίδα μας; ποίημα του Ιωάννη Πολέμη
(2) Το αναφαίρετο δικαίωμα του διαμοιρασμού, άρθρο του Π. Θερμογιάννη που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εποχή της 21ης Μαρτίου 2010
(3) Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής
(4) http://www.facebook.com/profile.php?ref=profile&id=1055847340#!/pages/Lefteria-Sta-Paidia-Tou-Gamatoinfo/353561824683?ref=ts
(5) Ανακοίνωση του γραφείου τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, 18 Μαρτίου 2010
(6) Μίκης Θεοδωράκης: Βάρκα στο γιαλό
(7) Π. Θερμογιάννης, ο.π.
(8) Π. Θερμογιάννης, ο.π.
(9) Παλιό διεθνές εργατικό τραγούδι
(10) Επιστολή του Γιάννη Γλέζου προς τα πολιτικά κόμματα, 23 Μαρτίου 2010
*Πρώτη δημοσίευση, Δίφωνο,
Μάιος 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου