Οι Πυξ Λαξ υπήρξαν ένα
ιστορικό συγκρότημα για τα ελληνικά
δεδομένα, για πολλούς το ιστορικότερο.
Δεν ήταν μόνο η αποδοχή του κόσμου που
τους χάρισε σπουδαίες στιγμές σε θέατρα,
στάδια και μαγαζιά. Ήταν το γεγονός ότι
στα 15 χρόνια της δισκογραφικής τους
παρουσίας, κατάφεραν να συνδυάσουν με
απόλυτη αρμονία στοιχεία της ελληνικής
και παγκόσμιας μουσικής τα οποία έμοιαζαν
ασυμβίβαστα μεταξύ τους. Κι ενώ κανείς
θα περίμενε ένα βαρύ και επιτηδευμένο
αποτέλεσμα, τα τραγούδια που μας χάρισαν
ήταν φτιαγμένα με την απλότητα και την
αλήθεια που προσφέρει το πηγαίο ταλέντο
όταν συνδέεται με το γνώθι σεαυτόν.
Κυκλοφόρησαν 16 δίσκους και συνεργάστηκαν
με ανθρώπους που σε πρώτο πλάνο έμοιαζαν
να τους είναι καλλιτεχνικά ξένοι∙
κατηγορήθηκαν γι’ αυτό, με τον χρόνο
ωστόσο να τους δικαιώνει στο έπακρον.
Οι επικείμενες συναυλίες τους οι οποίες
θα περάσουν από το ΟΑΚΑ στις 13 Ιουλίου
και θα συνεχιστούν σε άλλες πέντε μεγάλες
πόλεις της Ελλάδας, ήταν ένα σχέδιο που
είχε αρχίσει να στήνει ο τρίτος της
παρέας, ο πρόωρα χαμένος Μάνος Ξυδούς,
αντιλαμβανόμενος την ανάγκη του κόσμου
να τους ξαναδεί μαζί έστω για λίγο, αλλά
και των ίδιων να συντονίσουν μαζί με
τον κόσμο για τελευταία φορά όσα τους
ένωσαν και τους ενώνουν.
Δεν είναι παράξενο που
μόλις 7 χρόνια μετά τη διάλυσή της μπάντας
καθόμαστε και κάνουμε μια συνέντευξη
για την επανένωσή της; Θυμίζει κάτι η
διαδικασία της επανένωσης και του
στησίματος αυτών των συναυλιών με το
ρομαντισμό του ξεκινήματος;
Μ.Σ: Τότε όλα ήταν πολύ
αγνά και ονειροπόλα. Τώρα είμαστε
κατασταλαγμένοι, έχουν περάσει τα
χρόνια, έχει υπάρξει τριβή. Όλο αυτό θα
μπορούσε να γίνει ενδεχομένως στα 10
χρόνια μετά τη διάλυση, αν δεν είχε φύγει
ο Μάνος. Η επανένωση έγινε τώρα γιατί
δυστυχώς τώρα έφυγε και του το χρωστάγαμε.
Το χρωστάγαμε επίσης στον κόσμο και
στον εαυτό μας. Αυτό που κοιτάμε είναι
να γίνει μια γιορτή, να περάσει καλά ο
κόσμος, να περάσουμε καλά και εμείς,
έτσι ώστε αυτή η παρέα των Πυξ Λαξ να
τελειώσει τόσο όμορφα προχώρησε όλα
αυτά τα χρόνια. Και σε διαβεβαιώνω ότι
ήταν πολύ όμορφα τα κοινά μας χρόνια.
Φ.Π: Δεν επαναλαμβάνεται
αυτό που κάνουμε. Ας μην ξεχνάμε το
βασικότερο πέρα από τα υπόλοιπα: λείπει
ο Μάνος. Το να βρεθώ ξανά εγώ με τον
Μπάμπη στη σκηνή, προσωπικά το θεωρώ
δεδομένο. Αλλά είναι άλλο πράγμα αυτό
και άλλο το συγκρότημα. Το γιατί βγαίνουμε
τώρα ως Πυξ Λαξ, το έχουμε ξαναπεί αλλά
να επαναλαμβάνουμε, όπως και όλες τις
αλήθειες μας. Όλο το concept
ξεκίνησε από το Μάνο και το Νίκο το Λώρη,
τον πρόεδρο της Didi Music
και συνεργαζόταν από πολύ παλιά με το
συγκρότημα. Βλέποντας τη συνεχή θέληση
του κόσμου να μας ξαναδεί μαζί επί
σκηνής, αλλά και των νέων να μάθουν τι
ήταν οι Πυξ Λαξ, άρχισαν οι δυο τους να
το οργανώνουν ακριβώς όπως το βλέπετε
τώρα: με το ίδιο στήσιμο, το ίδιο εισιτήριο
κλπ. Προετοίμασαν λοιπόν όλη τη φάση
και κάποια στιγμή μας το ξεφούρνισαν.
Εμένα μία εβδομάδα πριν φύγει ο Μάνος
και του Μπάμπη 10 ημέρες πριν. Ο αρχικός
σχεδιασμός ήταν να το κάνουμε 2-3 χρόνια
μετά, αλλά με το θάνατο του Μάνου δεν
υπήρχε κανένας λόγος να καθυστερήσει.
Αν ήταν να γίνει, έπρεπε να γίνει τώρα
και γι’ αυτό η υλοποίησή του αφιερώνεται
στη μνήμη του Μάνου.
Να μην δίνουμε δηλαδή
σημασία στους κακεντρεχείς που λένε
ότι μετά το περσινό πείραμα της επανένωσης
των Κατσιμιχαίων ήρθε η ώρα για τους
Πυξ Λαξ να εκμεταλλευτούν την κρίση…
Μ.Σ: Εμείς δεν μπορούμε
να ασχοληθούμε με αυτά τα πράγματα.
Λυπάμαι πολλές φορές με αυτά που
ακούγονται, αλλά μέχρι εκεί, σταματάει
στη λύπη μου. Κάνουμε αυτό που γουστάρουμε∙
πάντα κάναμε αυτό που γουστάραμε και
όπου μας έβγαινε. Αν τόσα χρόνια ακούγαμε
αυτούς που μας έλεγαν τι πρέπει να
κάνουμε και τι όχι, μάλλον δεν θα είχε
γίνει τίποτα. Γι’ αυτό αναλαμβάνουμε
την ευθύνη των πράξεών μας και προχωράμε.
Το ίδιο κάναμε και με τον Βασίλη Καρρά,
όταν όλοι μας έλεγαν ότι θα καταστραφούμε.
Τώρα νιώθουμε την ανάγκη να κάνουμε
κάτι για τον φίλο μας, που είναι κάτι
παραπάνω από φίλος μας και των δυο, για
την πάρτη μας και για τον κόσμο. Ούτως
ή άλλως είναι δύσκολη η θέση μας, εγώ
προσωπικά όσο πλησιάζει ο καιρός τόσο
μαζεύομαι συναισθηματικά.
Φ.Π: Προχθές κάποιος
έγραψε στο ίντερνετ ότι ακυρώνονται οι
συναυλίες των Πυξ Λαξ γιατί όπως είπε
ο Πλιάτσικας η προπώληση δεν πήγε τόσο
καλά όσο θα θέλαμε και μάλιστα δεν θα
δώσουμε και τα λεφτά πίσω. Αν κάτσεις
να ασχοληθείς με όλους αυτούς τους
τύπους, δεν θα σε βγάλει πουθενά, θα σου
κάνει κακό και στον ίδιο. Το μόνο που
οφείλεις να κάνεις είναι κάθε φορά να
λες στον κόσμο την αλήθεια. Ξέρεις, είναι
τεράστια η πρόκληση για εμάς, ειδικά η
συναυλία στο ΟΑΚΑ, οι κλίμακες είναι
τεράστιες και πρωτόγνωρα για τα ελληνικά
δεδομένα για όλους μας: μουσικούς,
τεχνικούς, παραγωγούς. Θα ήταν αφελές
από μέρους μας να μην περιμένουμε ότι
μια μερίδα ανθρώπων δεν θα χωνέψουν
εύκολα όλο αυτό το εγχείρημα. Οι λόγοι
είναι ευνόητοι και αν θέλεις ανθρώπινοι∙
η ζήλια είναι ανθρώπινη. Μια ελληνική
μπάντα πάει να παίξει στο ΟΑΚΑ και αυτό
πονάει όσους σκέφτονται στενόμυαλα και
προσπαθούν συνεχώς να διαγωνίζονται
και να κοντράρονται δήθεν για τη αξία
τους.
Εσείς δεν ζηλέψατε
ποτέ;
Φ.Π: Δεν υπάρχει άνθρωπος
που δεν ζηλεύει. Το θέμα είναι πώς
ζηλεύεις.
Μ.Σ: Να σου μιλήσω για
τον εαυτό μου. Προσωπικά δεν έχω ζηλέψει
ποτέ με την κακή έννοια. Ίσα- ίσα χαίρομαι
πάντα να βγαίνουν πράγματα και καλύτερα
από αυτά που κάνουμε εμείς, γιατί αυτό
μας πάει όλους μπροστά. Ίσως να ενοχλεί,
αλλά εμείς δεν ζηλεύουμε. Στο σπίτι μας
ακούμε όλους αυτούς που μπορεί να μην
μας χωνεύουν και να καταφέρονται εναντίον
μας, αλλά εμείς τους αγαπάμε για τη
δουλειά τους. Είμαστε περίεργοι τύποι,
τι να κάνουμε; Μας αρέσει το καλό τραγούδι.
Επίσης, το άλλο που συμβαίνει πολύ συχνά
είναι να μιλάει κάποιος και να κρίνει
έναν καλλιτέχνη, κυρίως αρνητικά, ενώ
δεν τον έχει ακούσει. Μου είχε τύχει μια
φορά να συζητάω με μια κοπέλα και επί
δύο ώρες να μου λέει άσχημα πράγματα
για τους Πυξ Λαξ. Όταν της έκανα την
εύλογη ερώτηση αν τους έχει δει ποτέ
ζωντανά και αν έχει ακούσει κανένα δίσκο
τους, όσο τρομακτικό κι αν σου φαίνεται
η απάντηση ήταν αρνητική.
Φ.Π: Η έννοια της ζήλιας
που σωστά περιγράφει ο Μπάμπης, είναι
παραγωγική, σε πάει μπροστά. Λέμε «μπράβο
στο μάγκα, μακάρι να έκανα κι εγώ κάτι
τέτοιο».
Μ.Σ: Οι Πυξ Λαξ ουσιαστικά
αυτό έκαναν. Έβαλαν όλα αυτά που αγαπούσαν
μέσα στα τραγούδια τους. Δεν το φοβήθηκαν
αυτό. Γούσταραν και τον Τιτσάνη και τον
Van Morrison και
Βαμβακάρη και τον Ψαραντώνη και τόσους
άλλους. Όλα αυτά ήταν δικά μας. Δεν
ήμασταν μια μονόπλευρη μπάντα που έπαιζε
μόνο rock & roll
ή μόνο λαϊκό κι όλο αυτό έγινε χωρίς να
το σκεφτούμε καν. Ακούς τη δισκογραφία
των Πυξ Λαξ και ο ένας δίσκος είναι πιο
ροκ, άλλος πιο λαϊκός. Επίσης, δεν ακούσαμε
τι θα μας πούνε οι «φαν» μας. Μέσα στα
εισαγωγικά το «φαν», το τονίζω. Αν δεν
το αγαπάς το τραγούδι που κάνεις, δεν
μπορείς να το πεις μετά στο λάιβ, ειδικά
κάποια τραγούδια που πρέπει να τα λες
κάθε φορά, σε κάθε εμφάνιση.
Τώρα που το λες, σκέφτομαι:
κάποια τραγούδια δεν έχετε κουραστεί
να τα λέτε, όσο καλά κι αν είναι; Το «Δεν
θα δακρύσω πια για σένα» ας πούμε.
Μ.Σ: Κάποια τραγούδια
όντως μπορεί να τα έχουμε βαρεθεί, αλλά
βρίσκουμε τρόπο να τα λέμε όπως πρέπει
να τα πούμε. Άλλες φορές επιτυχημένα,
άλλες όχι και τόσο. Μέσα μου το αγαπάω
αυτό το τραγούδι, του χρωστάμε εξάλλου
πολλά όλοι μας.
Φ.Π: Δεν μπορείς να πεις
ότι στην τέχνη μπορείς να τα καταφέρνεις
πάντα το ίδιο καλά. Άλλες φορές κάνεις
κάτι και πετυχαίνει, άλλες φορές όχι.
Ακόμα και δύο στις εκατό φορές να βγει
κάτι καλό, είναι μεγάλο το ποσοστό
επιτυχίας κι ας είναι τα υπόλοιπα μάπα.
Η σχέση σας με τα μέσα
και τους δημοσιογράφους δεν ήταν και η
καλύτερη τα χρόνια που ήσασταν στο
συγκρότημα. Πλέον έχετε γίνει πιο
επικοινωνιακοί, ιδιαίτερο Φίλιππος.
Και στην τηλεόραση σας έχουμε δει σχετικά
συχνά και συνεντεύξεις δίνετε σε
δημοσιογράφους.
Φ.Π: Έλεγαν όλοι ότι
παραήμασταν σνομπ. Εγώ πραγματικά
πιστεύω ότι βγαίναμε όσο έπρεπε να
βγούμε, όσο το είχε ανάγκη η μπάντα και
η μουσική μας. Αν μιλάμε κάθε μέρα στα
μέσα, αναλώνεται η ουσία αυτών που έχουμε
να πούμε. Εγώ έγινα πιο επικοινωνιακός
όντως. Ένας από τους λόγους που σταματήσαμε
να παίζουμε ως συγκρότημα είναι γιατί
θέλαμε να κάνουμε κάποια πράγματα με
τον δικό μας τρόπο, είτε μουσικά, είτε
στιχουργικά, είτε ενορχηστρωτικά. Νομίζω
ότι όποιον δίσκο και αν πάρεις από τις
μοναχικές μας πορείες θα το διαπιστώσεις
αυτό. Κάναμε εντελώς άλλα πράγματα.
Έπρεπε να το δείξουμε.
Σας εγκλώβιζε δηλαδή
η μπάντα;
Φ.Π: Φυσικά και όχι, αλλά
θα ήταν υποκριτικό να σταματήσουμε αν
ήταν να κάνουμε τα ίδια πράγματα κι αυτό
νομίζω μας το αναγνώρισε και ο κόσμος.
Αναγνώρισε την ειλικρίνεια. Γενικά
είναι πολύ δύσκολο να υπάρχεις μετά το
σταμάτημα μιας τέτοιας μπάντας, με τον
τρόπο που υπάρχουμε εμείς. Στη δική μου
περίπτωση υπήρξαν μεγάλες περίοδοι,
όπως μετά τον δίσκο Όμνια, που πολλά
τραγούδια εισέπραξαν κάποια δημοσιότητα
χωρίς τη φυσική μου παρουσία. Το Ποιος
έχει λόγο στην αγάπη παίχτηκε πολλές
φορές στα ραδιόφωνα. Χαίρομαι γι’ αυτή
την εξέλιξη, αλλά μια τέτοια συγκυρία
δεν είναι και εύκολα διαχειρίσιμη.
Μ.Σ: Εγώ έχω αρχίσει να
μετανιώνω για κάποιες φορές που βγήκα
στα μέσα, παρόλο που είμαι πιο μαζεμένος.
Πολλές φορές με πιάνει ο παροξυσμός και
λέω πράγματα που τα ξεχνάω μετά από
πέντε λεπτά και δεν θα ήθελα να τα έχω
πει, αλλά εκείνα έχουν καταγραφεί.
Σκέφτομαι καμιά φορά ότι πρέπει να βγω
και να μιλήσω, να πω πέντε πράγματα για
τον δίσκο που έβγαλα γιατί είναι η
δουλειά μου. Μετά που τα ξανακοίταξα
σκέφτηκα ότι από τα πέντε αυτά που είπα,
χρειαζόταν επί της ουσίας το ένα. Είμαι
όμως άνθρωπος αφελής και πολλές φορές
επιπόλαιος σε τέτοια ζητήματα. Στο λέω
τώρα: θα προσπαθήσω να κλειστώ και πάλι
στο καβούκι μου, να παίζω τα τραγούδια
μου, να βγαίνω στις μουσικές σκηνές αλλά
μέχρι εκεί. Δεν μου αρέσω κιόλας τις
περισσότερες φορές, δεν νιώθω άνετα με
τον εαυτό μου.
Φ.Π: Ρε συ Μπάμπη, για
εμένα όμως, αυτό είναι το μεγαλείο της
ανθρώπινης ύπαρξης: το να μπορείς να
αλλάζεις γνώμη, να μην έχεις εγωισμό
και να παραδέχεσαι ότι κάποτε έκανες
λάθος. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για
την ανθρώπινη φύση.
Το να αλλάζει άποψη
όμως δεν είναι κάτι σαν μπανανόφλουδα;
Δηλαδή, ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να
είναι πειστικός απέναντι στο κοινό του;
Φ.Π: Πειστικό πρέπει να
είναι το κίνητρο, το οποίο πρέπει να
είναι πάντα ειλικρινές. Από κει και πέρα
δεν υπάρχει καμία άλλη μανιέρα. Όλα τα
στεγανά σε εγκλωβίζουν και καλλιτεχνικά
και ως άνθρωπο σε έναν μικρό πυρήνα
ανθρώπων που πιθανότατα να έχουν στήσει
μια αυλή, να σε έχουν χώσει μέσα και να
μην μπορείς να πεις κουβέντα διαφορετική.
Αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη παγίδα από
το να αλλάξω γνώμη. Όχι επί τούτου, αλλά
αν είναι να αλλάξω γνώμη επειδή μου
κάβλωσε, θα πρέπει να αλλάξω και να
υπερασπιστώ την καινούργια. Ο Ντύλαν,
όταν είχε έρθει στην Ελλάδα να παίξει,
είπε σε μια συνέντευξή του ότι όποιος
καλλιτέχνης δεν έχει φάει κονσερβοκούτια
και γιαούρτια επί σκηνής, δεν είναι
καλλιτέχνης. Δεν το είπα εγώ, ο Ντύλαν
το είπε. Θα πρέπει δηλαδή να ανατρέψει
την εικόνα του σε σημείο που να δυσαρεστήσει
τους φαν. Δεν θα πρέπει να αυτοεγκλωβίζεισαι
και να φοβάσαι να συγκρουστείς. Οι Πυξ
Λαξ ήταν μια μπάντα που δεν φοβήθηκε να
συγκρουστεί.
Δηλαδή;
Φ.Π: Κυρίως με τα media.
Σχετικά με αυτό που λέγαμε και πιο πριν,
δεν είχαμε πρόβλημα εμείς με τα media,
μάλλον εκείνα είχαν μαζί μας. Πολλές
φορές είχε τύχει να έρθουν κάποιοι σε
ρόλο μιντιάρχη και ήθελαν να το παίξουν
μέντορές μας με το ζόρι. Έφυγαν με
κλωτσιές. Ήταν εύκολο να γίνεις φίλος
με τη μπάντα αυτή. Το να ανήκεις στην
πολύχρωμη κολεκτίβα που είχαμε φτιάξει,
όποιος κι αν ήσουν, δημοσιογράφος ή
καλλιτέχνης, ήταν το πιο εύκολο πράγμα.
Το να μας πουλήσεις όμως παραμύθι ότι
θα μας παίζουν τα ραδιόφωνά σου, θα
είμαστε παντού για να σε κάνουμε τελικά
μάγκα εμείς, δεν ήταν αποδεκτό.
Μ.Σ: Εμείς στην αρχή μας παίζαμε επί πέντε χρόνια στο πουθενά χωρίς καμία πλάτη και αυτό είναι που πρέπει να κάνει κάθε νέος που θέλει να στηρίξει τη δουλειά του. Εταιρίες δεν υπάρχουν πια κι έτσι πρέπει να δώσουμε στους νέους να καταλάβουν ότι πρέπει να αγωνιστούν μόνοι τους, όπως κάναμε κι εμείς. Φοβάμαι τους ανθρώπους που τους υπερβοηθούν στα πρώτα τους βήματα. Το να κάνεις έναν καλλιτέχνη ξαφνικά σούπερ σταρ, είναι ό,τι πιο καταστροφικό για τον ίδιο. Εμείς δεν ήμασταν φίρμες όταν ξεκινήσαμε και για καιρό και όταν τελικά γίναμε, δεν το καταλάβαμε
Την ώρα που εσύ έβγαζες
εισιτήριο για να φύγεις απογοητευμένος
από την Ελλάδα και παραιτούμενος από
την προσπάθεια που κάνατε για χρόνια
ως μπάντα, αν ερχόταν κάποιος και σου
έδινε αυτή την επιτυχία δεν θα τη
δεχόσουν;
Μ.Σ: Όχι. Δεν θα το κάναμε.
Ήμασταν αλλού, ήμασταν λίγο κλειστοφοβικοί
τύποι όλοι μας τώρα που το σκέφτομαι.
Στον Πρωινό Καφέ της
Ρούλας Κορομηλά είχατε βγει ωστόσο…
Μ.Σ: Εκείνη την εποχή ο
Πρωινός Καφές ξεκινούσε σχεδόν μαζί με
την ιδιωτική τηλεόραση και αφενός δεν
ξέραμε, αφετέρου δεν υπήρχε η επιλογή.
Υπήρχαν τα κρατικά κανάλια και δύο
ιδιωτικά. Πέρα από αυτό δεν θα έλεγα ότι
μας έκανε κακό. Πήγαμε, παίξαμε τα
τραγούδια μας ζωντανά, κάναμε το χαβαλέ
μας… δεν ήταν κάτι τόσο τρομερό. Δεν
είχε προλάβει να φθαρεί όλο αυτό το
πράγμα.
Φ.Π: Όπως τόνιζε συχνά
και ο Μάνος και είχε δίκιο, τότε είχαμε
πάει και λόγω της Ρούλας, η οποία είχε
αγαπούσε τα τραγούδια, μας είχε πάρει
τηλέφωνο η ίδια και γενικώς γούσταρε
πολύ τη μπάντα. Εμείς δεν είχαμε ποτέ
κόμπλεξ και ταμπού. Δεν θεωρήσαμε ποτέ
κάποιον παρακατιανό σε σχέση με τους
εαυτούς μας. Η ειλικρινής πρόθεση είναι
πολύ πιο σημαντική από το θεαθήναι.
Μ.Σ: Οι Πυξ Λαξ στηρίχθηκαν
από ανθρώπους που αγάπησαν τα τραγούδια
και τα αντιμετώπισαν σαν δικά τους. Ένας
από αυτούς ήταν και η Ρούλα. Δεν ήταν
λοιπόν τίποτα για εμάς να πάμε να παίξουμε
στην εκπομπή της. Εμείς έχουμε πρόβλημα
με ανθρώπους που δεν μας ξέρουν, δεν
έχουν ιδέα για τα τραγούδια μας και μας
καλούν στην εκπομπή τους απλά για να
γεμίσουμε μια ώρα. Όποτε συνέβη αυτό, η
εκπομπή ήταν καταδικασμένη με πλήρη
αποτυχία.
Φ.Π: Η σχέση που είχε με
τον κόσμο ήταν εκπληκτική. Υπερέβαινε
πολλές φορές και τις δικές μας φιλοδοξίες
και δυνάμεις.
Μ.Σ: Εμείς πιστεύω ότι
γλιτώσαμε από τα απωθημένα που δημιουργεί
αυτή η επιτυχία γιατί ακούγαμε και τις
δουλειές των άλλων.
Φ.Π: Ο κόσμος μας το
δημιούργησε αυτό, Μπάμπη, μας ηρέμησε
την ψυχή. Όταν όποτε παίζεις γεμίζεις
μαγαζιά και ο κόσμος έρχεται να σε
ακούσει, πρέπει να είσαι πολύ μαλάκας
να μην το αναγνωρίσεις, να μην έχεις την
ψυχή σου ανοιχτή ακόμα και όταν σε
βρίζει. Είχε τύχει ένας μουσικός σε μα
συνέντευξή του να ασχολείται πολύ
περισσότερο με εμένα και τους Πυξ Λαξ,
παρά με τον εαυτό του. Ε, μετά από δύο
εβδομάδες πήγα και παρακολούθησα
συναυλία του γιατί γούσταρα να τον
ακούσω, είναι καλός καλλιτέχνης. Κι
εμείς έχουμε πολλά πράγματα να πούμε
και να τα χώσουμε αν μας τη βαρέσει
κάποια στιγμή, με ονόματα και καταστάσεις
αλλά ποιο το νόημα; Όποιος αναλώνεται
σε τέτοια, αδικεί τον εαυτό του.
Μ.Σ: Το παράξενο είναι
ότι με ανθρώπους που μας τα έχωσαν, έχω
βρεθεί στο δρόμο και δεν μου έδειξαν
ότι πίστευαν αυτά που έλεγαν στις
συνεντεύξεις. Εγώ αν δεν χωνεύω κάποιον
και τον τρακάρω σε ένα μαγαζί, απλά θα
τον αγνοήσω. Δεν θα κάνω σαν να μην τρέχει
τίποτα. Αλλά τι να κάνουμε, όπως στρώνεις
κοιμάσαι. Η ουσία είναι ότι αν βγαίνουν
καλά τραγούδια πηγαίνουμε όλοι μπροστά.
Οι Πυξ Λαξ έκαναν δεκαπέντε δίσκους. Ε,
δέκα καλά τραγούδια θα τα έχουν αφήσει,
αλλιώς δεν θα είχαν κάνει δεκαπέντε
δίσκους.
Με βάζετε στον πειρασμό
να ρωτήσω κι εσάς αν γράφονται πια καλά
τραγούδια.
Μ.Σ: Φυσικά και γράφονται,
πάντα γράφονταν. Το καλό τραγούδι όμως
θέλει αναβρασμό, θέλει ζωή, θέλει έρωτα,
δεν βγαίνει όποτε θέλεις εσύ. Το πιο
δύσκολο πράγμα είναι η τρίχα, σηκώνεται
όποτε θέλει αυτή. Υπάρχει μέγα ζήτημα
με την τρίχα. Όλα τα άλλα σηκώνονται
όταν θέλεις εσύ, η τρίχα σου σηκώνεται
καμιά από πράγματα που δεν περίμενες
να σηκωθεί. Η τέχνη είναι ένα περίεργη
κατάσταση, όταν λες «κάνω τέχνη» στην
ουσία δεν κάνεις. Είναι πολλοί εκείνοι
που μας δίδαξαν ότι γράφονται καλά
τραγούδια μέσα από τη ζωή και την
καθημερινότητα και όχι επιτηδευμένα.
Φ.Π: Για μένα οι κορυφαίοι
είναι οι Pink Floyd.
Ήταν το πληρέστερο συγκρότημα σε όλα
τα επίπεδα: μουσικά, στιχουργικά,
ενορχιστρωτικά, οπτικά…
Μ.Σ: Και στην Ελλάδα
υπήρξαν και υπάρχουν καλλιτέχνες που
μας έδωσαν καταπληκτικά πράγματα. Ο
Τσιτσάνης για μένα είναι από τους
μεγαλύτερους συνθέτες, ο Χατζιδάκις, ο
Θεοδωράκης, ο Ζαμπέτας, ο Μαρκόπουλος,
ο Ξαρχάκος και από τους πιο σύγχρονους
ο Χάρης και ο Πάνος, ο Μαχαιρίτσας και
οι Τερμίτες, ο Τσακνής, ο Θανάσης
Παπακωνσταντίνου, ο Μάλαμας. Ειδικά ο
Χάρης και ο Πάνος είναι ότι πιο άρτιο
έχει βγει τις τελευταίες δεκαετίες.
Φ.Π: Θα πρέπει να
αναφέρουμε εδώ ότι χρωστάμε ως ακροατές
πολλά πράγματα στον Μπάμπη Παπαδόπουλο
που ήταν στις Τρύπες και μετά επιμελήθηκε
πάμπολλους δίσκους τραγουδοποιών. Δεν
τον ξέρουμε προσωπικά, αλλά τον εκτιμούμε
πολύ. Και από συγκροτήματα ο Παυλίδης
με τα Ξύλινα Σπαθιά, ο Αγγελάκας με τις
Τρύπες. Εκείνο που βλέπω και χαίρομαι
είναι ότι σιγά- σιγά οι μουσικοί αποβάλουν
το δογματισμό που ήθελε ας πούμε τον
μπαγλαμά μόνο στο λαϊκό ή την ηλεκτρική
μόνο στο ροκ. Πράγματα βέβαια που οι Πυξ
Λαξ τα έκαναν πριν από 17 χρόνια και πριν
τους Πυξ Λαξ τα είχαν κάνει άλλοι, όπως
ο συγχωρεμένος ο Παπάζογλου με την
εκδίκηση της γυφτιάς.
Εσείς ήσασταν μια
ζωντανή μπάντα. Πέρα από τις πολύ καλές
στιγμές σας, δεν μπορεί, θα είχατε και
τις πολύ κακές.
Φ.Π: Έχουμε τσακωθεί
άπειρες φορές αλλά μόνο για καλλιτεχνικούς
λόγους. Ποτέ για τα φράγκα ή για άλλες
γελοιότητες. Προσωπικά δεν μου έχει
μείνει ούτε ψήγμα από τις κακές στιγμές.
Δεν θυμάμαι για παράδειγμα να ανταλλάξαμε
κάποια βαριά κουβέντα.
Οι κακές οι γλώσσες
πάντως έλεγαν ότι ο Πλιάτσικας με τον
Στόκα έχουν γίνει μπίλιες, γι’ αυτό και
διαλύθηκαν οι Πυξ Λαξ.
Φ.Π: Την ώρα που οι κακές
οι γλώσσες έλεγαν ό,τι έλεγαν, μπορεί
εμείς να ήμασταν μαζί και να τα πίναμε
σε κάποιο μπαρ. Όταν διαλύσαμε το 2004
βέβαια, φυσικό ήταν να αραιώσουμε για
λίγο στην αρχή, αλλά σε διαβεβαιώνω ότι
μετά από λίγο καιρό τα λέγαμε ακόμα πιο
συχνά. Είμαστε συγγενείς πια.
Μ.Σ: Καταρχήν εγώ πήγα
κι έπαιξα στο Λυκαβηττό που έκανε τη
μεγάλη συναυλία ο Φίλιππος. Μπορεί εγώ
να τον μπινελίκωνα σε μια παρέα, να του
έλεγα «το τραγούδι σου είναι μια μαλακία
και μισή», αυτό όμως σήμαινε ότι δεν τον
αγαπούσα; Με το Μάνο ας πούμε, «ήμασταν
τσακωμένοι» τα τελευταία δύο χρόνια
γιατί ως παραγωγός τότε δεν έβαλε ένα
τραγούδι μου στον δίσκο. Ρίχναμε
μπινελίκια σε ημερήσια βάση. Μπορεί να
κρατούσαμε μούτρα σαν τα μικρά παιδιά
για τέτοιους γελοίους λόγους, όμως
ανησυχούσαμε ο ένας για τον άλλο αν
είναι καλά, μιλούσαμε στο τηλέφωνο.
Ας κλείσουμε με τις
επικείμενες συναυλίες. Τι θα ακούσουμε;
Μ.Σ: Ο στόχος μας είναι
να περάσουμε καλά κι εμείς και ο κόσμος.
Θα είναι μια γιορτή με τις χαρούμενες
στιγμές της μπάντας.
Φ.Π: Θα είναι όλα τραγούδια
από τη δισκογραφία των Πυξ Λαξ, πλην δύο
που θα ανταλλάξουμε από τις προσωπικές
μας πορείες. Το σημαντικό είναι ότι θα
βρεθούμε αντιμέτωποι με μεγάλες κλίμακες
παραγωγής κι αυτό είναι κάτι που ελπίζουμε
να ανοίξει μια πόρτα για τους υπόλοιπους
έλληνες καλλιτέχνες. Ότι μπορούν να
διεκδικήσουν και επιτύχουν τέτοιες
παραστάσεις χωρίς να έχουν να φοβηθούν
τίποτα. Εκείνο που δεν θα ακούσετε είναι
τραγούδια του Μάνου από τον τελευταίο
δίσκο, καθώς θεωρήσαμε ότι δεν είναι
σκόπιμο να μετατραπεί όλο αυτό σε ένα
μνημόσυνο. Θα παίξουμε πολλά τραγούδια
του από την πορεία με την μπάντα, ακόμα
και τα πιο χαρακτηριστικά όπως ο
Μπαμπούλας και το Εσύ εκεί.
*Πρώτη δημοσίευση Δίφωνο,
Μάιος 2011.
1 σχόλιο:
Τι ωραία συνέντευξη. Ήθελα κι εγώ να ρωτήσω κάτι, γιατί υπάρχει ένας αρνητισμός όταν δηλώνω πως κι εγώ θα πάω στη συναυλία των πυξ-λαξ; μου απαντούν: "ωχ πάλι στην υποτιθέμενη τελευταία τους"; Εμένα μ'αρέσουν όπως κι αν είναι κι ακόμα κι αν δεν είναι η τελευταία τους. Τα τραγούδια τους είναι αυτό που λες, απλά. Και δε θα ξεχάσω ποτέ πως τα εφηβικά μου χρόνια τα πέρασα με με κασέτες των πυξ-λαξ και με την φωνή του Πλιάτσικα. Ούτε θα ξεχάσω την συναυλία που είχαν κάνει στην Λούτσα, εκεί κι αν τους ευχαριστήθηκα. Η μουσική τους είναι λίγο για να πέφτεις σε στενοχώρια αλλά προσωρινή. Είναι για να παίρνεις αγκαλιά παλιές φωτογραφίες, να βάζεις τα τραγούδια τους και να θυμάσαι ένα σωρό όμορφα πράγματα που έζησες στα εφηβικά σου χρόνια. Είναι κάτι σαν φρεσκάρισμα μνήμης. Ένα τραγούδι τους για μένα ισοδυναμεί με χίλιες εικόνες που ακόμα και τώρα ανανεώνονται.
Δημοσίευση σχολίου