Θα μπορούσα ώρες να μιλάω για το κέντρο της Αθήνας, όπως θα μπορούσα να μιλάω για σένα. Να γεμίσω σελίδες φέρνοντας στο νου περπατημένες διαδρομές, φωτογραφίες sepia, σημειώσεις στο πόδι, βιβλία, φλιτζάνια με ζεστό καφέ, μελωδίες και μυρωδιές. Δεσίματα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που όλο αυτό κατέστη ανάγκη και όχι ταπεινή επιθυμία. Μια ανάγκη συνοχής, συνάφειας και- γιατί όχι- συνενοχής. Και η στοά; Πάντα αγαπούσες τις στοές, όπως κι εγώ. Περπάτημα ελαφρύ, πιάσιμο στο μπράτσο, επικοινωνία με σιωπή. Ίσως- ίσως και μια μικρή χορευτική φιγούρα προς τιμήν της μελωδίας που συνοδεύει τέτοιες διαδρομές χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι με την πρώτη. Χαμόγελο που καταλήγει σε μειδίαμα προδίδοντας στεγνά το σαράκι εντός μας, όσο κι αν προσπαθούμε να κρυφτούμε πίσω από τύπους και προσχήματα. Πάντα από πάνω προς τα κάτω τα βήματα αυτά, από την Πανεπιστημίου στη Σταδίου∙ ποτέ αντίστροφα. Και πάντα νύχτα, να αναδύεται ο χαρακτήρας της πόλης που ξέρει να είναι ερωτεύσιμη ακόμα και στις πιο λάθος συνθήκες. Γιατί οι συνθήκες μας για καιρό δεν ήταν εκείνες που δικαιούμαστε. Θα μπορούσα ώρες να μιλάω για το κέντρο της Αθήνας, όπως ώρες θα μπορούσα να μιλάω για σένα. Εξάλλου πάντα σας ένωνε η συνάρτηση που χρόνια παλεύω να ολοκληρώσω.
Σημ: Το κείμενο γράφτηκε για το τέταρτο τεύχος, το φθινοπωρινό, του περιοδικού "Έρωτες αστικού πολιτισμού" με αφορμή την πρώτη ποιητική συλλογή "Η καχυποψία ενός άλλοθι (εκδ. Τετράγωνο 2010). Ευχαριστώ τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο για την πρόσκληση και τη Βάσια Αναγνωστοπούλου για τη φωτογραφία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου