Είναι από τους τραγουδοποιούς που φέρουν ισχυρό το καλλιτεχνικό τους στίγμα σε κάθε τους δραστηριότητα. Ωστόσο κάθε δίσκος του μοιάζει να απέχει πολύ από τον προηγούμενο, δίνοντας έτσι στα τραγούδια το περιθώριο να αποκτήσουν τη δική τους ζωή αλλά και στον ίδιο να εξελιχθεί ως δημιουργός: να διαβάσει, να ακούσει μουσική, να δει ταινίες, να φιλτράρει την πραγματικότητα με τον δικό του τρόπο. Ο νέος δίσκος του με τίτλο Ο αόρατος άνθρωπος βρίσκεται εδώ και κάποιες εβδομάδες στα δισκοπωλεία, είναι μία από τις ωριμότερες δουλειές του και έγινε πραγματικότητα από μια νέα, ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία.
Έχω την αίσθηση ότι ο Αόρατος Άνθρωπος είναι ο πιο εσωστρεφής δίσκος σου.
Ξεκίνησε από ένα αίσθημα απώλειας που είχα όταν ξεκίνησα να γράφω τα τραγούδια. Για πρώτη φορά ο χρόνος, οι απώλειες της ζωής, οι χωρισμοί, τα πένθη δεν μπορούσα να τα συλλάβω με την ίδια αδιαφορία, όπως στα 20 μου. Πλέον υπήρχε ιδιαίτερο βάρος σε όλα αυτά. Έτσι, χωρίς να το έχω προγραμματίσει, πέρασε στα τραγούδια μια διάχυτη μελαγχολία, μια διάθεση να μιλήσω για πράγματα που από μόνα τους είναι πιο σκοτεινά. Αυτό δεν έγινε προγραμματικά. Τώρα πια, που ετοιμάζω τις παραστάσεις νιώθω να έχω μια πιο ρυθμική και αλέγκρα διάθεση. Από το πένθος γεννήθηκε ζωή.
Η Αρλέτα μας τραγουδά στο τραγούδι σου με τίτλο Ωροσκόπιο «Δεν υπάρχει ζωή στον Άρη/ δεν υπάρχουν μετά θάνατον λεφτά/ το δικό μου φτωχό φεγγάρι λέει/ θα’ μαι κι αύριο εδώ παρόλ’ αυτά». Για τι αξίζει να τρωγόμαστε με τον εαυτό μας σήμερα;
Για όσα κινητοποιούν την ίδια τη ζωή: για τον ίδιο το θάνατο ενδεχομένως ή για την επίγνωση του θανάτου. Το γεγονός ότι ολόκληρος ο δυτικός κόσμος και κατά συνέπεια και εμείς, από το ’85 και μετά κινείται γύρω από τη δύναμη του χρήματος μας κάνει να ξεχνάμε ότι η φτώχια της ύπαρξης είναι κάτι παντοτινό. Δηλαδή τα ερωτικά μας κίνητρα, οι δημιουργικές μας πράξεις, η αγάπη μας για τους 15 ανθρώπους που θα μας δοθεί η ευκαιρία να αγαπήσουμε, είναι πολύ σημαντικότερα. Σίγουρα τα λεφτά είναι μια συγκεκριμένη κινητήριος δύναμη την οποία βιαστήκαμε να την κάνουμε μεταφυσική, είτε ως νεοφιλελεύθεροι είτε ως μαρξιστές. Στα λεφτά υπάρχει μόνο ένας άξονας που γυρίζει…γύρω από τον εαυτό του. Βάζοντας λοιπόν την Αρλέτα να το τραγουδήσει όλο αυτό ως γηραιό χρησμοδότη, μου φάνηκε και πολύ ωραίο καλλιτεχνικά.
Νέος δίσκος σε μια νέα εταιρία με διαφορετική αισθητική από τις μεγάλες εταιρίες. Οι μεγάλες δισκογραφικές έχουν πεθάνει και δεν το ξέρουν;
Τα δύο στοιχεία τα οποία έχουν χάσει οι μεγάλες δισκογραφικές είναι αφενός η παρθενικότητα, μια σκέψη ξεκούραστη και χωρίς άγχος γύρω από τη μουσική. Να βρίσκουν τη μουσική που ανασαίνει, όπου και αν ανασαίνει εκείνη, χωρίς ιδεοληψίες. Όταν λέω ότι το πολιτιστικό μοντέλο των μεγάλων εταιριών έχει βασιλέψει, δεν το λέω ούτε από αγνωμοσύνη ούτε από κόλλημα ιδεολογίας. Όντως οι πολυεθνικές έχουν καταντήσει οι άνθρωποι που αγαπάμε να μισούμε. Το άλλο που έχει χαθεί στις δισκογραφικές είναι η διάκριση των πραγμάτων: ποιο κοινό ακούει υγιώς τι και το πώς θα έρθουμε κοντά του. Η λογική του cross over μπορεί να βολεύει κάποιους καλλιτέχνες που υπηρετούν κάποιο συγκεκριμένο μόρφωμα, αλλά στη μουσική έκανε κακό. Το ότι τη δουλειά αυτή τώρα πια την κάνουν παρέες πέντε ατόμων με τη λογική του εκδοτικού οίκου, είτε είναι στην Inner Ear ή στην Archangel είτε οπουδήποτε αλλού, δεν είναι τυχαίο. Αν ας πούμε η Μόνικα έβγαινε πριν από πέντε χρόνια σε μια πολυεθνική, με την κούραση στη σκέψη που θα επικρατούσε εκεί πέρα, δεν θα πετύχαινε αυτά που πέτυχε.
Το ίδιο δεν θα συνέβαινε και στο νέο σου δίσκο; Ανεξάρτητα από το αν είσαι γνωστός ή όχι.
Ο δίσκος αυτός είναι εύθραυστος. Τα τραγούδια είναι πιο προσωπικά, πιο ελεγειακά, ο ήχος δημιουργήθηκε από τρεις μουσικούς και όργανα πολύ ευαίσθητα. Χρειαζόταν μια πολύ καλή παραγωγή για να δέσει σωστά. Αν σε αυτό τον δίσκο λοιπόν δεν πίστευαν αυτοί οι πέντε άνθρωποι που πίστεψαν, μουσικοί και παραγωγοί, θα έβγαινε κάτι ασθματικό, κάτι κομπλεξικό.
Οι προηγούμενοί σου δίσκοι όμως, παρόλο που βρισκόσουν σε μια μεγάλη εταιρία όπως την περιγράφεις, δεν βγήκαν ούτε κομπλεξικοί, ούτε ασθματικοί.
Οι δικές μου παρατηρήσεις γύρω από το πολυεθνικό μοντέλο δεν έχουν να κάνουν με προσωπική αγνωμοσύνη. Μιλάω γενικά. Σε προσωπικό επίπεδο οι εταιρίες μου φέρθηκαν πολύ καλά: και περίμεναν 3 χρόνια μέχρι να ξανακάνω δίσκο και με στήριξαν με στοργικότητα και οι μεγαλύτεροι μουσικοί ήρθαν να παίξουν στους δίσκους μου. Ωστόσο, μετά το στάδιο του στούντιο δεν σου κρύβω ότι το υλικό μας αντιμετωπιζόταν με μια αμηχανία. Σαν να μην ήξεραν να το διαχειριστούν και να συνομιλήσουν μαζί του. Η Inner Ear, θέλεις λόγω λίγων ατόμων, θέλεις λόγω μεγάλης προσήλωσης στη μουσική, λόγω ότι δεν κοροϊδεύουν την αισθητική του μέσου ακροατηρίου, κατάφεραν αυτό που δεν κατάφεραν οι πολυεθνικές.
Είναι και οι παραγωγοί που λείπουν;
Αυτό το scouting πια το κάνουν αποτελεσματικότερα όλοι αυτοί που έχουν μαζευτεί στις μικρές εταιρίες. Στις μεγάλες εταιρίες ο παραγωγός κάθεται στο γραφείο του, έχει μια στοίβα ντέμο και ακούει όσα δεν βαριέται να ακούσει. Πάντα όμως υπήρχαν λίγοι άνθρωποι που βγήκαν από αυτό το σύστημα και ήταν εκείνοι που έκαναν όλη τη σοβαρή δουλειά από το ’80 και μετά. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν ηχολήπτες που κατοικοεδρεύουν σε διάφορα μικρά στούντιο ανά την Ελλάδα και μπορούν να είναι πολύ καλοί παραγωγοί. Έχω δει με τα μάτια μου να δέχονται ένα τραγούδια ανολοκλήρωτο και να το κάνουν έργο τέχνης. Το θέμα είναι ποιος έχει την τόλμη να τους δώσει έναν ρόλο παραπάνω. Σιγά- σιγά αλλάζει αυτό, βρίσκονται κίνητρα και πόροι και οργανώνεται το πράγμα. Γι’ αυτό κι εγώ τα τελευταία χρόνια, εν μέσω της πλερέζας που έχει πέσει στον κόσμο, έλεγα και συνεχίζω να λέω ότι τα πράγματα είναι στην καλύτερή τους φάση. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Τη δεκαετία του ’90 για παράδειγμα, όταν βγήκε ο Περίδης με τον Μάλαμα, φάνηκε ότι υπήρχε κάτι το οποίο αγωνιούσε να βγει. Και όντως, αυτή η σκηνή έκανε αιμοδοσία στη δισκογραφία για τουλάχιστον δέκα χρόνια. Το ίδιο είχε κάνει και η Λύρα τη δεκαετία του ’60.
Παρόλο που όπως έχεις πει το ελληνικό τραγούδι είναι νεκρό;
Η μυθολογία του είναι νεκρή. Αυτό το πράγμα το οποίο τέθηκε θεωρητικά και αναλύθηκε τη δεκαετία του ’60 ως ελληνικό τραγούδι, δεν είναι αυτό που μπορεί να δημιουργήσει ένα νέο παιδί. Ούτε αυτό που προβάλλεται νεκροζώντανα κάθε σαββατόβραδο στη ΝΕΤ. Δεν είναι αρκετό πια. Η μυθολογία του κουτουκιού, του μεταπολιτευτικού τραγουδιού δεν είναι ελκυστικό ούτε αντιπροσωπευτικό για έναν νέο άνθρωπο.
Ακόμα και αυτή. Όλοι αυτοί που καταπιάνονται με το αγγλόφωνο επίσης κάνουν τη μισή δουλειά, αλλά την κάνουν με υγιή κριτήρια. Όταν μιλάμε για θανάτους στην τέχνη δεν μιλάμε για οριστικούς θανάτους. Κάποιες εποχές τελειώνουν και μέχρι να βρούμε κάποιους τρόπους να ξαναζωντανέψουμε τα αιτήματα που βρίσκονται πίσω από την τέχνη, θέλει την αποδοχή του θανάτου αυτού και τη μεταλαμπάδευσή του σε κάτι καινούργιο. Την τελευταία εικοσαετία, είτε υπάρχει η κινδυνολογία τού «μην το αφήσουμε να πεθάνει» είτε ο μιμητισμός στα δρώμενα του εξωτερικού. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση και πάντα έτσι γινόταν: από τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη μέχρι τη Λένα Πλάτωνος, τον Σαββόπουλο στο Βρόμικο ψωμί και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου στο Βραχνό Προφήτη.
Η τέχνη πρέπει να είναι δωρεάν;
Όχι! Ο καλλιτέχνης, όπως και όλοι οι δημιουργικοί άνθρωποι σε μια κοινωνία οφείλουν να πληρώνονται γι’ αυτό που κάνουν.
Παρόλο που στο site της εταιρίας σου μπορεί κανείς να ακούσει δωρεάν τα νέα σου τραγούδια.
Αυτή είναι μια κίνηση γενναιοδωρίας η οποία αποδεικνύει ακριβώς πόσο φτηνό είναι το να δίνεις ένα μικρό αντίτιμο γι’ αυτό που ακούς. Εννοείται ότι το streaming αυτή τη στιγμή είναι στο χέρι του καθενός και μάλιστα εμείς το δίνουμε με την καλύτερη ποιότητα. Ούτε διανοούμαστε να καταδικάσουμε ένα παιδί που ανεβάζει ένα βίντεο στο youtube ή να κυνηγήσουμε με μηνύσεις όσους κατεβάζουν τα τραγούδια δωρεάν. Απλώς θεωρώ ότι με επιλεκτικότητα, όπως και με όλα τα είδη που απολαμβάνουμε, πρέπει να τιμούμε τους δημιουργούς. Από έναν καλό μάγειρα μέχρι έναν καλό μουσικό. Για έναν καφέ δίνεις 4 ευρώ, τον απολαμβάνεις, τελειώνει για πάντα. Αν θυσιάσεις 3 καφέδες για ένα cd, αγοράζεις κάτι που θα το έχεις για πάντα. Δεν καταλαβαίνω γιατί αν σου αρέσει πραγματικά ένα cd να μην πας να το αγοράσεις. Οι θεωρίες που λένε ότι με το να μην αγοράζουμε cd, καταπολεμάμε τη μουσική βιομηχανία, δεν στέκουν. Τα παράγωγα αυτής της βιομηχανίας, τα μεγάλα ονόματα και οι stars, έχουν νυχτοκάματα τα οποία δεν θα χτυπηθούν ποτέ. Οι Κόρε. Ύδρο. όμως πώς θα πάνε στο στούντιο για τον επόμενο δίσκο;
Είσαι τόσα χρόνια στο χώρο, δεν έχεις νιώσει ποτέ κατεστημένο;
Ποτέ. Δεν ανήκα ποτέ σε ένα είδος μουσικής που προβαλλόταν ιδιαίτερα. Εκείνο που έχω νιώσει κατά καιρούς είναι η επανάληψη σε ένα-δύο τραγούδια. Ακόμα και στους δίσκους μου διαφοροποιούμαι. Ούτε οικονομικά έχω νιώσει κατεστημένο, εξάλλου δουλεύω λίγο, ίσα για να μπορώ να ζω αξιοπρεπώς.
Μετανιώνεις ποτέ;
Αναθεωρώ πολύ συχνά, δεν μετανιώνω. Αν κάνουμε κάτι και τα κίνητρά μας είναι αγνά, ακόμα και να αποδειχτεί τελείως λάθος, δεν μετανιώνουμε. Αν όμως κάνουμε κάτι που δεν το πιστεύουμε, από το να σπουδάσουμε κάτι που δεν μας αρέσει, μέχρι να κάνουμε ένα δίσκο επειδή και μόνο πιστεύουμε ότι θα πουλήσει, θα το μετανιώσουμε. Εγώ, επειδή από τα 13 μου πάνω- κάτω ήξερα με τι ήθελα να ασχοληθώ, στήριζα κάθε μουσική μου δραστηριότητα με αγάπη. Υπό αυτή την έννοια δεν μετανιώνω. Ποτέ δεν έκανα κάτι που εκείνη τη στιγμή δεν το πίστευα.
Κρύβεται η ελπίδα;
Μπορούμε να το πούμε κι έτσι. Κάτι που θα μας κάνει να ελπίσουμε, που θα μας δώσει καύσιμα για να κινηθούμε, πάντα είναι κάπου κρυμμένο. Δεν είναι εμφανές. Οι άνθρωποι θέλουν να ανακαλύπτουν πράγματα, να επενδύουν σε μια κρυφή ελπίδα την οποία δεν τους την επέβαλε κανένα μεγάλο μέσο. Θέλει δουλειά για να τη βρεις, αλλά θέλει δουλειά και για να την αναθεωρήσει. Πολλοί άνθρωποι γερνάνε πιστεύοντας σε κάτι που ήλπισαν στα νιάτα τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου