Μια λαϊκή φωνή, μια δυναμική γυναίκα, ένας ενδιαφέρον συνομιλητής on και off the record. Μια παρουσία στο χώρο του τραγουδιού που αν και δισκογραφικά δεν μας έχει καλομάθει (μετρά μόνο 2 προσωπικούς δίσκους, ένα single και μερικές συμμετοχές σε μια ενεργό πορεία 17 ετών…) η ύπαρξή της θεωρείται σχεδόν αυτονόητη. Τουλάχιστον για εκείνους που αγαπούν το τραγούδι στο σύνολό του και δεν το θεωρούν είδος προς κατανάλωση. Κι αυτό γιατί, όπως λέει η ίδια, είναι «παιδί του live». Η Γιώτα Νέγκα είναι ένας άνθρωπος που πιστεύει ότι ο χρόνος μας φέρνει το καλύτερο από όσα μάς αξίζουν, δεν κυνηγά τίποτα και κανέναν και αναζητά συνεχώς την ουσία των πραγμάτων μέσα στην τέχνη χωρίς να την αποσπούν τα περεταίρω.
Νιώθω ότι ο πυρήνας μου είναι λαϊκός. Μεγάλωσα με το λαϊκό τραγούδι κι έτσι δεν μπορεί να λείπει από τη ζωή και τη σκέψη μου.
Βρίσκετε διαφορά στο λαϊκό τραγούδι του σήμερα σε σχέση με το παρελθόν;
Φαινομενικά υπάρχουν διαφορές, όμως θεωρώ ότι κάθε εποχή έχει τη δική της γλώσσα για τη λαϊκότητα και γι’ αυτό η σημερινή εποχή απαιτεί τη δική της για να φτιαχτεί καλό λαϊκό τραγούδι. Πρέπει να την απαιτεί. Φυσικά, εξακολουθούν να μας αγγίζουν και τα κλασικά λαϊκά τραγούδια, εκείνα που είναι χαραγμένα στα γονίδια και στο DNA μας.
Δεν είναι κάπως δύσκολο για τα καινούργια λαϊκά τραγούδια να επιβιώσουν και να καθιερωθούν στις συνειδήσεις των ανθρώπων, όταν, στις ζωντανές βραδιές των σύγχρονων λαϊκών μαγαζιών, το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος αποτελείται του από παλιά λαϊκά;
Αυτό είναι μια απόδειξη πως ό,τι αξίζει κερδίζει τη μάχη με το χρόνο και μένει στην ψυχή μας. Όσον αφορά τα καινούργια τραγούδια, εκείνα που έχουν λόγο ύπαρξης, εκείνα που φτιάχτηκαν από εσωτερική ανάγκη των δημιουργών, βρίσκουν τη θέση τους στην καρδιά των ανθρώπων. Εκείνα που εξυπηρετούν άλλους σκοπούς κρατούν ένα φεγγάρι και πολύ τους είναι. Ο χρόνος πάντα δείχνει τι αξίζει.
Είστε πολλά χρόνια στο χώρο του τραγουδιού. Μετράτε ωστόσο, δισκογραφικά, μόνο ένα cd single, δύο δίσκους και μερικές συμμετοχές σε δουλειές άλλων. Να υποθέσω ότι είναι επιλογή σας;
Δεν είναι επιλογή βάσει χρονοδιαγράμματος ή στρατηγικής. Τα πράγματα έρχονται όταν είναι να έρθουν. Το «Με τα μάτια κλειστά» ήρθε και με βρήκε. Το «θέλω άνθρωπο» επίσης, τα τραγούδια είχαν ήδη γραφτεί. Ο δίσκος με τον Βαγγέλη Κορακάκη έγινε από ένα συντονισμένο «θέλω» και των δυο. Ό,τι συνέβη μέχρι τώρα δεν το κυνήγησα. Αφενός γιατί δεν ήξερα πώς να το κάνω, αφετέρου γιατί έχει άλλη γλύκα κι άλλη αίγλη να σε βρίσκει κάποιος ξαφνικά και να σου προτείνει συνεργασία. Ως ένα βαθμό μπορείς να οργανώσεις τη ζωή σου, να βάλεις στόχους επίσης. Από κει και πέρα δεν μπορείς να τα κάνεις να έρθουν όπως τα θέλεις την ώρα που τα θέλεις. Μπορεί να έχει περάσει πολύς χρόνος, όμως νιώθω ότι όλα έχουν έρθει μια χαρά.
Ποιο το κίνητρό για να κάνετε έναν δίσκο;
Το υλικό και η παρέα. Αυτή την περίοδο ετοιμάζω έναν δίσκο που ανταποκρίνεται και στα δύο, μαζί με τον Γιώργο Ανδρέου. Από μία άποψη αυτός ο δίσκος θα είναι πολυσυλλεκτικός, γιατί θα συμμετέχουν πολλοί φίλοι και κυρίως νέοι δημιουργοί.
Κάνατε λόγο για παρέα. Λείπουν οι παρέες και οι δημιουργικοί πυρήνες στο ελληνικό τραγούδι;
Το στοιχείο αυτό δεν επικρατεί στον βαθμό που επικρατούσε παλαιότερα. Σαν να χαθήκαμε λιγάκι μεταξύ μας. Με χαρά όμως βλέπω ότι η παρέα αναβιώνει, είναι ανάγκη. Καταλαβαίνουμε σιγά- σιγά ότι εκεί είναι η ουσία των πραγμάτων.
Παίζει όμως ρόλο και το γενικότερο κλίμα της εποχής, η οικονομική κρίση, οι κοινωνικές αναταραχές…
Όλα αυτά μας χτυπάνε καμπανάκια. Συνειδητοποιούμε τελικά ότι ενώ τρέχουμε όλη την ημέρα, στην ουσία δεν έχει συμβεί τίποτα. Σε όλα τα εύκολα επέρχεται κι εύκολος κορεσμός, αυτό το έχουμε καταλάβει. Οι νέοι σήμερα καταλαβαίνουν περισσότερα. Υπάρχει ανάγκη για παρέα, για έναν πυρήνα όπου ο ένας γνωρίζει τον άλλο, ζυμώνεται, ανακαλύπτει καινούργια πράγματα. Η τάση υπάρχει και καλά θα κάνουν μερικοί να το βάλουν στο μυαλό: δημιουργούνται νέες καταστάσεις.
Ας περάσουμε στη συνεργασία σας με τον Μίλτο Πασχαλίδη. Ξεκίνησε αν δεν κάνω λάθος το 1995, με τη συμμετοχή σας στο τραγούδι «Μάτια που δεν βλέπονται».
Ο Μίλτος είναι φίλος από τα παλιά. Εκείνη ήταν η πρώτη μου συμμετοχή στη δισκογραφία. Είχα τότε έναν μουσικό χώρο στο Μοσχάτο, το «Έμμετρο», όπου τραγουδούσα παρέα με φίλους. Αν θυμάμαι καλά, η πρώτη επαφή έγινε μέσω του τραγουδοποιού Θοδωρή Παυλάκου που εκείνη την περίοδο συνεργαζόμασταν στη σκηνή και ο οποίος επίσης συμμετείχε στον δίσκο. Από αυτή τη συμμετοχή πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να τραγουδήσω το «Τώρα που είδα τ’ όνειρό σου». Εγώ άργησα να μπω στη δισκογραφία και ο Μίλτος ανέπτυξε την περπατησιά του πολύ γρήγορα και άξια. Ήρθε όμως ο καιρός, όπως είπαμε και πριν, και ξαναβρεθήκαμε. Τώρα και με τις ζωντανές μας εμφανίσεις δίπλα στο ποτάμι.
Πιστεύετε αρκετά στη μοίρα, απ’ ότι αντιλαμβάνομαι.
Ναι, πιστεύω. Όλα για κάποιο λόγο συμβαίνουν και μου έχει αποδειχθεί περίτρανα τελευταία. Επίσης πιστεύω ότι ακόμα κι αν εσύ θέλεις κάτι πάρα πολύ, εκείνο που τελικά θα έρθει και θα σε βρει αποδεικνύεται πολύ σπουδαιότερο, γιατί έχει λόγο να έρθει.
Έτσι μένουν απωθημένα όμως.
Όχι πάντα. Απωθημένα μένουν όταν υπάρχουν εμμονές και οι εμμονές σε κάνουν να χάνεις την πραγματικότητα και την ουσία των πραγμάτων.
Οι εμμονές έχουν χαρακτηριστεί δημιουργικές από πολλούς καλλιτέχνες.
Ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος έχει πει κάτι που με βρίσκει πολύ σύμφωνη. «Όλα στη ζωή είναι και θέμα δόσης, όχι μόνο υλικού».
Πώς βλέπετε τα πράγματα με τις μουσικές σκηνές σήμερα;
Βλέπω αυτά τα μαγαζιά να πληθαίνουν και μου αρέσει.
Κάποιες από αυτές έχουν χάσει τον παλιό τους χαρακτήρα, πλησιάζοντας πιο πολύ σε αυτό που λέμε «πίστα»: από τις τιμές των τραπεζιών μέχρι τις κρατήσεις και το σέρβις.
Οι τιμές είναι ένα θέμα, ειδικά στη λεγόμενη οικονομική κρίση που ζούμε. Τα πράγματα είναι μια αλυσίδα. Αν σκεφτείς ότι παλιά, η χειμερινή σεζόν ενός καλλιτέχνη στη σκηνή διαρκούσε από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάιο, ενώ τώρα περιορίζεται σε είκοσι με εικοσιπέντε ημέρες, θα καταλάβεις καλύτερα πώς επηρεάζονται οι τιμές. Άλλο μεροκάματο θα ζητήσει ο μουσικός στην πρώτη περίπτωση, άλλο στη δεύτερη. Η ψυχή του ξέρει πότε θα ξαναβρεί δουλειά, πότε θα έχει να πληρώσει το νοίκι του. Αλλάζουν οι συσχετισμοί, ξέρεις. Κάποια πράγματα καλώς ή κακώς, δεν μπορούν να γίνουν αλλιώς.
Φταίει κάποιος;
Όλοι και κανείς. Είναι απόρροια της γενικότερης κατάστασης. Της αγωνίας του κόσμου, της δυσκολίας…το θέμα είναι να προσπαθήσεις να επιβιώσεις όποιος κι αν είσαι. Τις ίδιες ανησυχίες πάνω- κάτω νιώθω να έχω εγώ με το παιδί που σερβίρει.
Σχετικά με τα υπόλοιπα;
Σαφέστατα υπάρχουν και άλλα ενοχλητικά πράγματα στις μουσικές σκηνές, αλλά το ζητούμενο δεν είναι αυτό. Πρωτίστως πρέπει να εστιάζουμε σε αυτό που βρίσκεται επάνω στη σκηνή. Μας καλύπτει; Έχει καλώς.
Εσείς, είστε παιδί του live, όπως λέτε. Τι σας δίνει δύναμη επάνω στη σκηνή;
Η διαδικασία που κοιτώ τον κόσμο και με κοιτά στα μάτια, που υπάρχει μια επικοινωνία, δεν συγκρίνεται με κανέναν δίσκο. Αυτή ήταν πάντα η ουσία των πραγμάτων. Παλιά, οι μεγάλοι μας συνθέτες, πρώτα δοκίμαζαν τα τραγούδια στο πάλκο και μετά τα δισκογραφούσαν. Επίσης πιστεύω πως εκεί κρίνεται ο τραγουδιστής και όχι από τους καλούς δίσκους. Επί τη ευκαιρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω πάρα πολύ τον Θοδωρή Γκόνη και τον Κώστα Λειβαδά, που μου έδωσαν εν έτει 2007 την ευκαιρία να βιώσω κάτι τέτοιο. Στην παράσταση «Έχω άνθρωπο» φτιάξαμε τραγούδια, τα παίξαμε ζωντανά κι έπειτα θελήσαμε να τα κάνουμε δίσκο. Άσκησε επάνω μου μια τεράστια γοητεία αυτή η διαδικασία.
Σαν ακροάτρια τι αποζητάτε από μία ζωντανή μουσική παράσταση;
Να μου αγγίξει την ψυχή, τόσο απλό. Αλήθεια και ουσία. Να με κάνει να καταλάβω πως αυτό που ακούω και βλέπω πάνω στη σκηνή, έχει λόγο ύπαρξης. Αυτό θεωρώ ότι ισχύει και για όλες τις τέχνες, όχι μόνο για το τραγούδι.
Κλείνοντας, θα ήθελα να μας πείτε μας δυο λόγια για την Παλέτα, το μουσικό σχήμα που έχετε συγκροτήσει.
Είναι κάτι που ήθελα για πολλά χρόνια να κάνω. Με ρώτησες πριν αν νιώθω λαϊκή τραγουδίστρια. Έχω έναν λαϊκό πυρήνα, αλλά αγαπώ πολύ όλα τα υπόλοιπα μουσικά είδη. Πάντα ήθελα σε ένα πρόγραμμα να πω όλα αυτά που αγαπάω, γιατί νιώθω πως όλα τα είδη, από το λαϊκό και το ροκ τραγούδι μέχρι την τζάζ και την παραδοσιακή μουσική, είναι δεμένα μεταξύ τους. Συνυπάρχουν πολύ αρμονικά. Η Παλέτα λοιπόν είναι ένα ακουστικό σχήμα, χωρίς μεγάλες εντάσεις και ηλεκτρισμό, με την οποία ερμηνεύουμε ένα ευρύ φάσμα τραγουδιών. Πρόκειται για μια βεντάλια. Δραστηριοποιούμαστε κυρίως στην επαρχία, μιας και με το αθηναϊκό κοινό έχω συνομιλήσει πολλές φορές. Συνειδητοποιώ τελικά ότι το καλό τραγούδι αφορά πολύ κόσμο εκτός Αθηνών κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο. Μπορείς να μάθεις πάρα πολλά από το κοινό της επαρχίας και πρώτα απ’ όλα να συνειδητοποιήσεις ότι η αλήθεια των ανθρώπων είναι μία και δεν έχει να κάνει με την τοποθεσία. Καταρχήν δεν μπορείς να το ξεγελάσεις και δεν σου χαρίζεται ποτέ αυτό το κοινό. Είναι αυθεντικό. Δεν υπάρχει αυτή η υπερπληροφόρηση που υπάρχει στις μεγαλουπόλεις κι έτσι δίνεται μεγαλύτερη προσοχή σε ό,τι καινούργιο συμβαίνει. Υπάρχει δίψα. Αυτή την περίοδο, βέβαια, και εν όψει των εμφανίσεων με τον Μίλτο στο «Δίπλα στο ποτάμι» θα σταματήσουμε για λίγο καιρό με την Παλέτα, όμως θα επανέλθουμε σύντομα.
*Πρώτη δημοσίευση Ως3,
Μάρτιος 2009.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου