Translate

31 Αυγούστου 2011

Μια πολύ γνωστή ιστορία για το απόγευμα της Πέμπτης




Ένας άθεος καθηγητής της φιλοσοφίας συζητά με έναν φοιτητή του, για την σχέση μεταξύ επιστήμης και πίστης στον Θεό.

Καθηγητής: Λοιπόν, πιστεύεις στον Θεό;
Φοιτητής: Βεβαίως, κύριε.
Καθ.: Είναι καλός ο Θεός;
Φοιτ.: Φυσικά.
Καθ.: Είναι ο Θεός παντοδύναμος;
Φοιτ.: Ναι
Καθ.: Ο αδερφός μου πέθανε από καρκίνο παρότι παρακαλούσε τον Θεό να τον γιατρέψει και προσευχόταν σε Αυτόν. Οι περισσότεροι από εμάς θα προσπαθούσαν να βοηθήσουν αυτούς που έχουν την ανάγκη τους.Πού είναι η καλοσύνη του Θεού λοιπόν;
Φοιτ.: ...
Καθ.: Δεν μπορείς να απαντήσεις, έτσι δεν είναι; Ας ξαναρχίσουμε μικρέ μου. Είναι καλός ο Θεός;
Φοιτ.: Ναι.
Καθ.: Είναι καλός ο διάβολος;
Φοιτ.: Όχι.
Καθ.: Ποιος δημιούργησε τον διάβολο;
Φοιτ.: Ο...Θεός...
Καθ.: Σωστά. Πες μου παιδί μου, υπάρχει κακό σ' αυτόν τον κόσμο;
Φοιτ.: Ναι.
Καθ.: Το κακό βρίσκεται παντού, έτσι δεν είναι; Και ο Θεός έπλασε τα πάντα, σωστά;
Φοιτ.: Ναι.
Καθ.: Άρα λοιπόν ποιος δημιούργησε το κακό;
Φοιτ.: ...
Καθ.: Υπάρχουν αρρώστιες; Ανηθικότητα; Μίσος; Ασχήμια; Όλα αυτά τα τρομερά στοιχεία υπάρχουν σ' αυτόν τον κόσμο, έτσι δεν είναι;
Φοιτ.: Μάλιστα.
Καθ.: Λοιπόν, ποιός τα δημιούργησε;
Φοιτ.: ...
Καθ.: Η επιστήμη λέει ότι χρησιμοποιείς τις 5 αισθήσεις σου για να αναγνωρίζεις το περιβάλλον γύρω σου και να προσαρμόζεσαι σε αυτό. Πες μου παιδί μου, έχεις δει ποτέ τον Θεό;
Φοιτ.: Όχι, κύριε.
Καθ.: Έχεις ποτέ αγγίξει το Θεό; Έχεις ποτέ γευτεί το Θεό, μυρίσει το Θεό σου; Και τέλος πάντων, έχεις ποτέ αντιληφθεί με κάποια από τις αισθήσεις σου το Θεό;
Φοιτ.: ...Όχι, κύριε. Φοβάμαι πως όχι.
Καθ.: Και παρόλα αυτά πιστεύεις ακόμα σε Αυτόν;
Φοιτ.: Ναι.
Καθ.: Σύμφωνα με εμπειρικό, ελεγχόμενο και με δυνατότητα μελέτης των αποτελεσμάτων ενός φαινομένου πρωτόκολλο, η επιστήμη υποστηρίζει ότι ο Θεός σου δεν υπάρχει. Τι έχεις να απαντήσεις σε αυτό, παιδί μου;
Φοιτ.: Τίποτα. Εγώ έχω μόνο την πίστη μου.
Καθ.: Ναι, η πίστη. Και αυτό είναι το πρόβλημα της επιστήμης.
Φοιτ: Καθηγητά, υπάρχει κάτι που το ονομάζουμε θερμότητα;
Καθ.: Ναι
Φοιτ.: Και υπάρχει κάτι που το ονομάζουμε κρύο;
Καθ.: Ναι.
Φοιτ.: Όχι, κύριε. Δεν υπάρχει. Μπορεί να έχεις μεγάλη θερμότητα, ακόμα περισσότερη θερμότητα, υπερθερμότητα, καύσωνα, λίγη θερμότητα ή καθόλου θερμότητα. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα που να ονομάζεται κρύο. Μπορεί να χτυπήσουμε 458 βαθμούς υπό το μηδέν, που σημαίνει καθόλου θερμότητα, αλλά δεν μπορούμε να πάμε πιο κάτω από αυτό. Δεν υπάρχει τίποτα που να ονομάζεται «κρύο». «Κρύο» είναι μόνο μια λέξη, που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε την απουσία θερμότητας. Δεν μπορούμε να μετρήσουμε το κρύο. Η θερμότητα είναι ενέργεια. Το κρύο δεν είναι το αντίθετο της θερμότητας, κύριε, είναι απλά η απουσία της.
Στην αίθουσα επικρατεί σιγή...
Φοιτ.: Σκεφτείτε το σκοτάδι, καθηγητά. Υπάρχει κάτι που να ονομάζουμε σκοτάδι;
Καθ.: Ναι, τι είναι η νύχτα αν δεν υπάρχει σκοτάδι;
Φοιτ.: Κάνετε και πάλι λάθος, κύριε καθηγητά. Το «σκοτάδι» είναι η απουσία κάποιου άλλου παράγοντα. Μπορεί να έχεις λιγοστό φως, κανονικό φως, λαμπερό φως, εκτυφλωτικό φως... Αλλά, όταν δεν έχεις φως, δεν έχεις τίποτα και αυτό το ονομάζουμε σκοτάδι, έτσι δεν είναι; Στην πραγματικότητα το σκοτάδι απλά δεν υπάρχει. Αν υπήρχε θα μπορούσες να κάνεις το σκοτάδι σκοτεινότερο.
Καθ.: Που θέλεις να καταλήξεις με όλα αυτά, νεαρέ;
Φοιτ.: Κύριε, ότι η φιλοσοφική σας σκέψη είναι ελαττωματική.
Καθ.: Ελαττωματική!; Μήπως μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί;
Φοιτ.: Καθηγητά, σκέφτεστε μέσα στα όρια της δυαδικότητας. Υποστηρίζετε ότι υπάρχει η ζωή και μετά υπάρχει και ο θάνατος, ένας καλός Θεός και ένας κακός Θεός. Βλέπετε την έννοια του Θεού σαν κάτι τελικό, κάτι που μπορεί να μετρηθεί. Κύριε, η επιστήμη δεν μπορεί να εξηγήσει ούτε κάτι τόσο απλό όπως την σκέψη. Χρησιμοποιεί την ηλεκτρική και μαγνητική ενέργεια, αλλά δεν έχει δει ποτέ, πόσο μάλλον να καταλάβει απόλυτα αυτήν την ενέργεια. Το να βλέπεις το θάνατο σαν το αντίθετο της ζωής είναι σαν να αγνοείς το γεγονός ότι ο θάνατος δεν μπορεί να υπάρξει αυτόνομος. Ο θάνατος δεν είναι το αντίθετο της ζωής: είναι απλά η απουσία της. Τώρα πείτε μου, καθηγητά. Διδάσκετε στους φοιτητές σας ότι εξελίχτηκαν από μια μαϊμού;
Καθ.: Εάν αναφέρεσαι στην φυσική εξελικτική πορεία, τότε ναι, και βέβαια.
Φοιτ.: Έχετε ποτέ παρακολουθήσει με τα μάτια σας την εξέλιξη;
Καθ.: ...
Φοιτ.: Εφόσον κανένας δεν παρακολούθησε ποτέ την διαδικασία εξέλιξης επιτόπου και κανένας δεν μπορεί να αποδείξει ότι αυτή η διαδικασία δεν σταματά ποτέ, τότε διδάσκεται την προσωπική σας άποψη επί του θέματος. Τότε μήπως δεν είστε επιστήμονας, αλλά απλά ένας κήρυκας;
Καθ.: ...
Φοιτ.: Υπάρχει κάποιος στην τάξη που να έχει δει τον εγκέφαλο του καθηγητή; Που να έχει ακούσει ή νιώσει ή ακουμπήσει ή μυρίσει τον εγκέφαλο του καθηγητή; Κανένας. Άρα σύμφωνα με τους κανόνες του εμπειρικού, ελεγχόμενου και με δυνατότητα προβολής πρωτόκολλου, η επιστήμη ισχυρίζεται ότι δεν έχετε εγκέφαλο, κύριε. Και αφού είναι έτσι τα πράγματα, τότε, με όλο τον σεβασμό, πώς μπορούμε να εμπιστευτούμε αυτά που διδάσκετε, κύριε;
Καθ.: Μου φαίνεται ότι απλά θα πρέπει να στηριχτείς στην πίστη σου, παιδί μου.
Φοιτ.: Αυτό είναι, κύριε... Ο σύνδεσμος μεταξύ του ανθρώπου και του Θεού είναι η πίστη. Αυτή είναι που κινεί τα πράγματα και τα κρατάει ζωντανά.

Αυτός ο νεαρός φοιτητής ήταν ο Albert Einstein. 

26 Αυγούστου 2011

Δεν υπάρχει η Βιρτζίνια Γουλφ.



Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
αυτός που την αλήθεια δεν αντέχει
τα κατά συνθήκη ψέματα τον πνίξανε
και η Βιρτζίνιά του θα τον κατατρέχει
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
Η αλήθεια είναι τόσο απλή
είναι παιδί που σε κοιτάει στα μάτια
παιδί που δε γνωρίζει διαστροφή
και η Βιρτζίνια Γουλφ κάνει στροφή
και πάει στα κομμάτια
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
αν στην καρδιά του δεν την έχει;
μα ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;

Κατεργάρη ψευταράκο μη μου κλαις
τις δικές σου αυταπάτες κι ενοχές
μη μου ρίχνεις μες στα μούτρα και μου λες
πως αυτές σε τυραννάνε αφού τις θες
Κατεργάρη ψευταράκο μη μου κλαις
οι δικές σου αυταπάτες κι ενοχές
σου καλλιεργούν της τέχνης τα δαιμόνια
και απ την άλλη θες αγάπη και ομόνοια;

Μα ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
και ποια είναι η Βιρτζίνια Γουλφ;
κατεργάρη εσύ ξέρεις ποια είναι
ποια είναι; ποια είναι η Βιρτζίνια Γουλφ;

Κατεργάρη ψευταράκο σ αγαπώ
σε μαλώνω μα και γω το ίδιο κάνω
καταδικασμένοι είμαστε κι δυο
να πεθάνουμε στο θέατρο απάνω

Δεν υπάρχει η Βιρτζίνια Γουλφ
δεν υπάρχει το τραγούδι πριν το γράψεις
Δεν υπάρχει η Βιρτζίνια Γουλφ
δεν υπάρχει και το δάκρυ σου πριν κλάψεις
Δεν υπάρχει κατεργάρη και το ξέρεις
τι φοβάσαι; τι φοβάσαι;
η αλήθεια είναι τόσο απλή

Ναι φοβάσαι την αλήθεια πιο πολύ απ τη Βιρτζίνια
ναι φοβάμαι την αλήθεια πιο πολύ απ τη Βιρτζίνια

Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
και ποια είναι η Βιρτζίνια Γουλφ;
είναι παιδί που σε κοιτάει στα μάτια
η αλήθεια είναι τόσο απλή
και η Βιρτζίνια κάνει στροφή
και πάει στα κομμάτια
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;
η αλήθεια είναι τόσο απλή
είναι τέχνη είναι τίποτα και όλα

Δεν υπάρχει η Βιρτζίνια Γουλφ.
Δεν υπάρχει η Βιρτζίνια Γουλφ.

23 Αυγούστου 2011

Ο Σπύρος Κουρκουνάκης για τα ψευδώνυμα των στιχουργών στο ελληνικό τραγούδι




Ο τίτλος του κειμένου σήμερα τα λέει όλα μόνος του: το θέμα μας είναι καθαρά ιστορικό, δηλαδή το ποια ψευδώνυμα και, όπου αυτό είναι γνωστό, για ποιους λόγους χρησιμοποιήθηκαν από τους στιχουργούς στο ελληνικό τραγούδι. Δεν είμαι όμως καθόλου σίγουρος ότι αυτό που λέει ο τίτλος ανταποκρίνεται στο ίδιο το κείμενο. Τα περισσότερα από τα στοιχεία του θέματος δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένα, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πολλά σχετικά στοιχεία στην ούτως ή άλλως περιορισμένη  βιβλιογραφία που υπάρχει γύρω από το ελληνικό τραγούδι. Επίσης υπάρχει ένα μεγάλο κενό που αφορά το ελαφρό τραγούδι, για το οποίο οι γνώσεις μου είναι πολύ περιορισμένες. Θα προσπαθήσω πάντως να αναφέρω εξαντλητικά τις περιπτώσεις που γνωρίζω, ακολουθώντας, ως συνήθως και στα πλαίσια του δυνατού, χρονολογική σειρά.

Για την προπολεμική εποχή και όσον αφορά το ρεμπέτικο τραγούδι, άντλησα στοιχεία από κάποιους από τους δίσκους του ‘‘Αρχείου Ελληνικής Δισκογραφίας’’, το οποίο επιμελήθηκε ο Παναγιώτης Κουνάδης. Ο Μάρκος Βαμβακάρης χρησιμοποίησε ψευδώνυμα κυρίως την πρώτη περίοδο της δισκογραφίας του, για να μη γνωρίζει η πρώτη του γυναίκα, με την οποία είχε χωρίσει επεισοδιακά, όλα του τα τραγούδια και προβάλλει οικονομικές απαιτήσεις. Το πιο συνηθισμένο του ψευδώνυμο ήταν Α.Ρόκος, που ήταν το επώνυμο του παππού του απ’ τον πατέρα του. Εδώ εμφανίζεται και ο Μίνως Μάτσας, της γνωστής δισκογραφικής δυναστείας, ο οποίος εκτός από το κανονικό του όνομα χρησιμοποίησε και το Τσάμας, αναγραμματισμό δηλαδή, για άγνωστους λόγους. Επίσης συναντάμε το όνομα Β.Ταμβάκης, ψευδώνυμο του πασίγνωστου με το παρατσούκλι ‘‘Τσάντας’’ στιχουργού Χαράλαμπου Βασιλειάδη, το οποίο λέγεται ότι ήταν το πατρικό επώνυμο της γυναίκας του. Την ίδια μέθοδο, το πατρικό της γυναίκας του (Παγκαλάκη), χρησιμοποιεί σε κάποια τραγούδια του και ο στιχουργός Γιώργος Φωτίδας. Δεν γνωρίζω τους λόγους για τους οποίους χρησιμοποιούνταν από αυτούς τους ανθρώπους ψευδώνυμα. Εδώ θα ήθελα να επισημάνω (εκτός κυρίου θέματός μου) ότι την εποχή εκείνη οι συνθέτες δώριζαν τραγούδια στους τραγουδιστές, οι οποίοι τα κυκλοφορούσαν στο όνομά τους και εισέπραταν τα σχετικά ποσοστά, οπότε υπάρχουν και πολλές περιπτώσεις που δεν είναι δυνατόν να ξεκαθαριστούν πια.
     
Στη δεκαετία του ’60 το φαινόμενο παρουσιάζεται πολύ πιο συχνά. Εάν δεν κάνω λάθος, πρώτος διδάξας είναι ο Νίκος Γκάτσος, ο οποίος, μάλλον για λόγους που έχουν σχέση με τις υποχρεώσεις του σε άλλη εταιρεία, υπογράφει τα πασίγνωστα τραγούδια με μουσική του Μίκη Θεοδωράκη ‘‘Μυρτιά’’ ως Β.Καρδής και ‘‘Είχα φυτέψει μια καρδιά’’ ως Ν.Γεωργίου. Η αλήθεια αποκαταστάθηκε σε νεότερες εκδόσεις των τραγουδιών αυτών. Το αποκλειστικό συμβόλαιο με κάποια δισκογραφική εταιρεία ήταν ο πιο συνηθισμένος λόγος για τη χρησιμοποίηση ψευδωνύμου εκείνη την εποχή. Όμως ο Μέντης Μποσταντζόγλου χρησιμοποίησε και στα λίγα τραγούδια που έγραψε με τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Γιάννη Μαρκόπουλο την συγκοπή του επωνύμου του, Μποστ, την οποία χρησιμοποιούσε σε όλες τις καλλιτεχνικές του δραστηριότητες. Προς το τέλος της δεκαετίας συναντάμε τον Μάνο Ελευθερίου να καταγράφεται στα ‘‘Τραγούδια του Αγώνα’’ του Μίκη Θεοδωράκη ως Ε.Ε. Τούτο προφανώς συνέβη επειδή ο δίσκος κυκλοφόρησε στο εξωτερικό και ο Ελευθερίου παρέμεινε εντός Ελλάδος επί χούντας, και έχει άμεση σχέση με το περιεχόμενο των στίχων, που μιλούν για βασανιστήρια, εξορίες και άλλα παρεμφερή θέματα. Για τον ίδιο μάλλον λόγο στην ‘‘Κατάσταση πολιορκίας’’ του ίδιου συνθέτη η Ρένα Χατζηδάκη καταγράφεται ως Μαρίνα. Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις η αλήθεια αποκαταστάθηκε σε νεότερες εκδόσεις.
     
Στο λεγόμενο ‘‘Νέο Κύμα’’ συναντάμε δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Ο Γιώργος Παπαστεφάνου υπογράφει και κάποια τραγούδια ως Γιώργος Στεφάνου. Δεν γνωρίζω εάν αυτό γινόταν εκ παραλλήλου ή μόνο στα πρώτα του τραγούδια. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος στα πρώτα τραγούδια του - με τον Γιάννη Σπανό κυρίως, αλλά και κάποιους άλλους συνθέτες - χρησιμοποιεί το πραγματικό του όνομα, όταν όμως λίγα χρόνια αργότερα συνεργάζεται με τον Γιάννη Μαρκόπουλο χρησιμοποιεί αποκλειστικά το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Κ.Χ.Μύρης, το οποίο χρησιμοποιεί και στις μεταφράσεις του των έργων των μεγάλων τραγικών και άλλες του εργασίες. Επίσης, αν δεν έχω λάθος πληροφόρηση, εμφανίζεται με το όνομα της κόρης του Εύας και το επώνυμο Κυριαζή στον ‘‘Μορμόλη’’ που ανέβασε η Ξένια Καλογεροπούλου με μουσική επίσης του Γιάννη Σπανού.
     
Γύρω στο 1970 συναντάμε πολλές περιπτώσεις διαφορετικές μεταξύ τους ως προς τους λόγους και τα κίνητρα χρήσης των ψευδωνύμων. Επειδή δεν κατάφερα να τις ομαδοποιήσω με κάποιον τρόπο, τις αναφέρω χωρίς κάποια σειρά, πλην κάποιας προσπάθειας να υπάρχει χρονολογική διαδοχή. Ο Πυθαγόρας χρησιμοποιεί εξ αρχής μόνο το βαφτιστικό του, παραλείποντας το επώνυμό του, που ήταν Παπασταματίου.
Ο Απόστολος Καλδάρας, σε ελάχιστα πάντως τραγούδια και για άγνωστους σε μένα λόγους, εμφανίζεται με το όνομα της γυναίκας του Ε.Μαράβα ή Λούλας Αποστόλου. Εδώ εικάζω ότι οι στίχοι ανήκαν στον ίδιο. Είναι γνωστό από προφορικές μαρτυρίες ότι τους στίχους στο τραγούδι ‘‘Μέσα στο παλιό μου σπίτι’’ του Δήμου Μούτση έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις, οι οποίοι περιέργως αποδίδονται στον -τραγουδιστή- Γιάννη Πουλόπουλο, ενώ το τραγούδησε σε πρώτη εκτέλεση ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Ο Γιάννης Λογοθέτης συνεργάζεται με τον Σταύρο Κουγιουμτζή σε τέσσερα τραγούδια ως Κ.Αθανασίου, λόγω του συμβολαίου του με άλλη εταιρία. Με τον ίδιο στιχουργό συμβαίνει και το εξής αξιοπερίεργο: στον δίσκο ‘‘Συνοικισμός Α’’ με μουσική του Δήμου Μούτση συμμετέχει γράφοντας τους στίχους επτά τραγουδιών. Τα τέσσερα από αυτά υπογράφει με το όνομά του και τα τραγουδάει η Βίκυ Μοσχολιού, ενώ τα άλλα τρία, που τα λέει ο Αντώνης Καλογιάννης, τα υπογράφει ως Γ.Μιχαηλίδης. Το περίεργο είναι ότι στον δίσκο που εκδόθηκε 27(!) χρόνια αργότερα και περιελάμβανε την ηχογράφηση συναυλίας του συνθέτη στο Ηρώδειο, εξακολουθεί να αναφέρεται με το ίδιο ψευδώνυμο. Ο Μάνος Ελευθερίου και πάλι υπογράφει ένα τραγούδι του Σταύρου Κουγιουμτζή ως Μ.Ταξείδης, ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε και στην επιμέλεια του βιβλίου με τους στίχους των τραγουδιών του Άκη Πάνου την οποία έκανε εργαζόμενος για τον εκδοτικό οίκο ‘‘Γνώση’’. Ο Άκος Δασκαλόπουλος υπογράφει επίσης τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή ως Μ.Κορφιάτης, ενώ το πρώτο του τραγούδι με μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και τίτλο ‘‘Μέσα στα μαύρα σου μαλλιά’’ κυκλοφόρησε το 1962 με το όνομα Χριστοφέλλης ή Χριστοφίλης, δε θυμάμαι ακριβώς και δεν έχω πρόσβαση σήμερα να το εξακριβώσω. Ακόμα εμφανίζεται με ένα τραγούδι ως Μ.Αμαριώτης ο ποιητής Μανώλης Αναγνωστάκης σε ένα δίσκο του 1983 με μουσική του Θέμη Ανδρεάδη.
     
Μία ειδική περίπτωση αποτελεί ο Γιώργος Καλαμαριώτης. Το ψευδώνυμο αυτό ανήκει στον δημοσιογράφο Γιώργο Μπέρτσο, που μαζί με τους Γιώργο Ρωμαίο και Γιάννη Βούλτεψη ήταν αυτοί που αποκάλυψαν το 1963 μέσω των εφημερίδων τους την σκευωρία στην υπόθεση της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Υποθέτω πως ο λόγος που χρησιμοποίησε ψευδώνυμο είναι ότι δεν ήθελε να συνδυάσει την ιδιότητα του δημοσιογράφου και την σχετική με αυτή αναγνωρισιμότητα του ονόματός του με την ιδιότητα του στιχουργού. Στην περίπτωση του υπάρχει και ένα άλλο πολύ σπάνιο γεγονός· εκτός από τα πρώτα του μεμονωμένα τραγούδια που τραγούδησε η Μαρίζα Κωχ, σε όλους τους άλλους δίσκους που συμμετείχε ήταν ο αποκλειστικός στιχουργός, συνεργαζόμενος με τους συνθέτες Αργύρη Κουνάδη, Γιώργο Μητσάκη, Μίμη Πλέσσα και Γρηγόρη Σουρμαϊδη.
     
Ας αναφέρω εδώ δύο ακόμα ειδικές περιπτώσεις. Στην πρώτη η ηθοποιός Μαρία Αλιφέρη (ψευδώνυμο) χρησιμοποιεί πριν γίνει ευρύτερα γνωστή το πραγματικό της επώνυμο Αλυφεροπούλου σε τραγούδια με τον Κώστα Χατζή. Στην δεύτερη ο Χρύσανθος Μουζακίτης ντύνει μουσικά έμμετρη σάτιρα που δημοσιευόταν στην πρώτη σελίδα του ‘‘Ριζοσπάστη’’ με το ψευδώνυμο ‘‘Ο Παλιός’’, το οποίο δεν γνωρίζω σε ποιον ανήκει.
     
Πλησιάζοντας στις μέρες μας, οι περιπτώσεις λιγοστεύουν. Φαντάζομαι ότι η δημοσιότητα έλκει περισσότερο τους δημιουργούς και ‘‘δημιουργούς’’, κι έτσι δεν ξέρω να αναφέρω πολλές περιπτώσεις. Ο Άλκης Αλκαίος εμφανίζεται με αυτό το όνομα χωρίς να ξέρουμε το πραγματικό του, γνωρίζουμε όμως ότι πρόκειται για ψευδώνυμο. Ο Κώστας Χατζηδουλής χρησιμοποιεί το Κ.Ερνάνης, αν και ελάχιστα, ενώ δεν ξέρω αν κάποιο από τα Αλ.Αλεξάνδρου και Θεόδωρος Ποάλας, τα οποία ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο, είναι το αληθινό ή είναι και τα δύο ψευδώνυμα. Επίσης γνωστή είναι και η περίπτωση του Λουδοβίκου των Ανωγείων.
     
Τελειώνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα φαινόμενο που νομίζω ότι αποτελεί σημείο των καιρών στο σημερινό τραγούδι, και δεν είναι άλλο από την εμφάνιση όχι μόνο στιχουργών, αλλά και συνθετών και τραγουδιστών μόνο με τα μικρά τους ονόματα (εζήλωσαν τάχα δόξαν Μελίνα ή Αλίκης, ή κάτι άλλο συμβαίνει που δεν πάει το μυαλό μου σ’ αυτό;). Περιπτώσεις όπως Φοίβος (η πιο γνωστή), Μαργαρίτα, Ναταλί, Άγγελος, Κοσμάς (αυτός μάλιστα στην αρχή εμφανιζόταν με πλήρη στοιχεία, αργότερα κατάργησε το επώνυμο) και άλλες που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν, αποτελούν πια συχνό φαινόμενο στο τραγούδι.
     
Τέλος, οφείλω να επισημάνω ότι ο λόγος που με κινεί να γράφω για όλα αυτά είναι ο παραγκωνισμός των ονομάτων, αλλά κυρίως του ρόλου των δημιουργών στο τραγούδι. Μπείτε σ’ ένα κατάστημα δίσκων και δείτε τις νέες κυκλοφορίες. Σε ελάχιστους δίσκους θα συναντήσουμε στο οπισθόφυλλο και σχεδόν ποτέ στο εξώφυλλο ονόματα συνθετών και στιχουργών. Και ας μην αναφερθώ στο μοντέρνο σπορ συγγραφής τραγουδιστικών πονημάτων από τους ίδιους τους τραγουδιστές. Σημεία των καιρών; Όχι μόνον. Αλλά επ’ αυτού θα επανέλθω.

ΥΓ. Όταν το κείμενο αυτό είχε δοθεί για δημοσίευση, επικοινώνησα με τον ιστορικό του ελληνικού τραγουδιού Κώστα Μυλωνά, ο οποίος με πληροφόρησε ότι στον χώρο του ελαφρού τραγουδιού, τον οποίον κατέχει απείρως καλύτερα από μένα, ψευδώνυμα χρησιμοποίησαν ο κονφερασιέ Φίλων Αρίας (πραγματικό επώνυμο Αριστόπουλος), ο Πωλ Μενεστρέλ, ιδίως σε αποδόσεις στα ελληνικά των στίχων από ξένες επιτυχίες και ο Πωλ Νορ. Λόγω άγνοιας, όπως προανέφερα, δεν μπορώ να επεκταθώ.

 Bio:
Ο Σπύρος Κουρκουνάκης γράφει τραγούδια, είναι υπεύθυνος της σειράς ‘‘Έλληνες στιχουργοί’’ των εκδόσεων ‘‘Παπαϊωάννου’’ και επιμελητής από το 1996 μουσικών παραστάσεων του σχήματος ‘‘Τα ετερώνυμα έλκονται’’ με θέμα το έργο των στιχουργών του ελληνικού τραγουδιού (Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Νίκος Γκάτσος, Μάνος Ελευθερίου, Κώστας Βίρβος, Χαράλαμπος Βασιλειάδης, Μιχάλης Μπουρμπούλης κ.α.)

21 Αυγούστου 2011

Έφυγε από τη ζωή ο Νίκος Θέμελης




Ήταν από τους πιο πολυδιαβασμένους σύγχρονους συγγραφείς της τελευταίας δεκαετίας. Μπήκε στα γράμματα με μια αναζήτηση. Είχε κάμποσες αναλαμπές αλλά δεν έχω ιδέα αν προσπάθησε κάποια ανατροπή. Πιθανόν να μην έχει καμιά σημασία, μιας και δεν πέτυχε κάτι τέτοιο. Έζησε μέσα σε μια ζωή, δυο ζωές: τη λογοτεχνική και την πολιτική από διάφορα πόστα. Άλλοι είπαν ότι βοηθούσε όπου μπορούσε ακούραστα, δημιουργικά και εμπνευσμένα. Άλλοι ότι έτρεχε πίσω από τις θέσεις. Τι ισχύει δεν ξέρω και δεν μπορεί να με νοιάζει. Εξάλλου όταν κάποιος δημόσιος άνθρωπος εγκαταλείπει τη ζωή όλοι βρίσκουν από απαστράπτουσα λυπητερή ανακοίνωση να δημοσιεύσουν. Για πάρα πολύ κόσμο, ήταν όντως μια συντροφιά ανάμεσά μας, σχεδόν φερμένη από το παρελθόν με την ικανότητα του στέρεου αφηγητή κάποιων εποχών που αξιώθηκα να ζήσω μόνο μέσα από ξενύχτια με τη μυρωδιά των βιβλίων (αν και δεν είμαι σίγουρος ότι θα ήθελα εν τέλει να τις ζήσω ολοκληρωτικά- σκληρές καταστάσεις). Πιο πολύ είναι οι αλήθειες των άλλων που κλείνουν το μάτι στην ιδιωτική μας αλήθεια και κουνούν το δάχτυλο καλώντας μας προς το μέρος τους για κάποια πιθανή συναλλαγή. Ο Νίκος Θέμελης υπήρξε από τους αξιότερους σύγχρονους αγωγούς αυτών των συναλλαγών. Ήταν μόνο 64 ετών. Θα τον θυμόμαστε. Και θα συνεχίσουμε να τον διαβάζουμε.


Απόσπασμα από το βιβλίο "Η αναζήτηση":

Σύρθηκα λίγο λίγο μέχρι το χώρισμα, έκανα άλλα δύο βήματα και βρέθηκα στο γυναικωνίτη χωρίς να παραξενέψω καμιά γειτόνισσα κι η μάνα μου ούτε που μ' είδε. Στάθηκα τουλάχιστον για λίγο εκεί, μην παραξενευτούν, με τα χέρια πλεγμένα, έτσι όπως επιβάλλει η στάση μες στην εκκλησία, ακούγοντας τη βυζαντινή ικεσία, αδυνατώντας να πιάσω τα νοήματά της. Και τότε είδα κατά πρόσωπο πρώτη φορά, τι ήτανε ζωγραφισμένο στις μπροστινές ποδιές του τοίχου και στις γύρω τοιχογραφίες. Ήτανε άνθρωποι γυμνοί, όχι όπως συνήθως ξέραμε τον Αδάμ με την Εύα, αλλά ξαπλωμένοι αγκαλιά και με τον ίδιο τρόπο άνθρωποι με ζώα, δαίμονες με κορίτσια νεαρά, όλοι μπλεγμένοι ή καρφωμένοι ο ένας μέσα στον άλλον. Ήτανε σκηνές βίας και πόνου, ήτανε σκηνές αδικημάτων και τιμωρίας, ήτανε εικόνες ανείπωτης αμαρτίας και ζωγραφιές ανθρώπινης ασχήμιας. Ασχήμιας της ψυχής, πού μείωναν τον άνθρωπο και τον εξευτελίζαν. Ήταν ο κόσμος της ακολασίας ζωγραφισμένος μέσα στο γυναικωνίτη. Είπα μέσα μου "Ετούτος πρέπει να'ναι". Και τότε σαν ξυραφιά απότομη θυμήθηκα την κουβέντα που μου 'χαν πει για τον πατέρα μου: "τον ακόλαστο ο Θεός θα κρίνει". Εκεί λοιπόν, σ' αυτόν τον κόσμο που 'δα άξαφνα να ξετυλίγεται μπροστά μου, είχανε βάλει οι χωριανοί μας τον πατέρα μου; Δεν άντεξα άλλο, έκανα μεταβολή και έφυγα από την πίσω πόρτα.

Απ' το μικρό φανάρι στον αυλόγυρο της εκκλησιάς και το λιγοστό φως που έβγαινε από τα γύρω σπίτια είδα τα σύννεφα να κατεβαίνουνε από παντού, να τυλίγουνε τον μικρό μας κόσμο. Είδα άλλα σύννεφα ακίνητα στην μπροστινή πλατεία κι άλλα μπηγμένα βαθιά στα γύρω ελάτια. Είδα άλλα να σέρνονται σιγά σιγά στα καλντερίμια κι άλλα να στέκονται και να κοιτάν απ' τα παράθυρα μέσα στα σπίτια. Είδα σύννεφα να παίρνουν σχήματα, άλλα να προσπαθούν να πάρουνε μορφή. άλλα να έρχονται επάνω μου κι άλλα να φεύγουνε στον άλλο κόσμο. Είδα σύννεφα που μοιάζανε με τη φυγή που βύζαινε σιγά σιγά η καρδιά μου. Ικι εγώ να φέρνω στο μυαλό και να μετράω τα ερημωμένα σπίτια του χωριού, αυτών που φύγαν, να ψάχνω γι' άλλους πιθανούς ακόλαστους, ν' αρνιέμαι πως ο πατέρας ήτανε ακόλαστος, να μην μπορώ να αρνηθώ πως είχε φύγει οριστικά από κοντά μας.

Ο κόσμος άρχισε να βγαίνει, οι πιο πολλές γυναίκες. Ξεχώρισα τη μάνα μου, την έπιασα. Δεν είχε αντιληφθεί την απουσία μου και με αδιόρατη χαρά άνοιξε το βιβλίο της λέγοντας: "Πάμε γρήγορα, η γιαγιά θα περιμένει. Μέχρι να φτάσουμε, η παγωνιά μας είχε περονιάσει. Κείνο το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Σαν ξάπλωσα ήρθε ολοζώντανη, κάτω απ' τα κλειστά μου μάτια, η εικόνα του γυμνού άνδρα με τη γυμνή γυναίκα και τους δύο ξαπλωτούς και αγκαλιασμένους. Με βασάνιζε η εικόνα, με βασάνιζε η πράξη, με βασάνιζε η τοποθέτησή της σ' έναν κόσμο ακολασίας. Με βασάνιζε πως τούτος ο κόσμος γύρω μου ήθελε τον πατέρα μου ακόλαστο και την ωραία πράξη αμαρτία. Χούφτιασα το ρολόι του πατέρα μου κι αποκοιμήθηκα ακούγοντας τους χτύπους της καρδιάς του. Το πρωί δήλωσα άρρωστος και έμεινα στο κρεβάτι. Σηκώθηκα προχωρημένο μεσημέρι, όταν ήταν πια σίγουρο πως δεν υπήρχε περιθώριο να πάω σχολείο. Η γιαγιά, σαν να'χε καταλάβει κάτι, μου είπε: "Μια και δεν είχες σήμερα γράμματα, σύρε να κόψεις και κανένα ξύλο". Κατέβηκα για το υπόστεγο κι έφυγα κατευθείαν για την εκκλησία. Μπήκα ξανά μες στο γυναικωνίτη κι άρχισα να περιεργάζομαι σιγά σιγάμε επιμονή και υπομονή τις εικόνες μία μια, σαν να 'θελα να κάνω αποστήθιση εκείνο που 'νιωθα, μα δεν μπορούσα να το καταλάβω. Έφυγα από την εκκλησία ανάστατος, εκεί που άλλοι φεύγουνε γαληνεμένοι.

Κυριακή πρωί σημάναν οι καμπάνες. Προνόμιο παραχωρημένο από τους Τούρκους, ένα καμπαναριό καμάρι. Κάθε Κυριακή με ξυπνούσαν οι καμπάνες. Όμως τούτη τη φορά σήμαιναν τόσα πράγματα μαζί, ανάκατα και μπερδεμένα. Ένιωσα πως τούτο το σπίτι δε με χωρούσε πια, ο τόπος όλος δε με χωρούσε άλλο. Στήθηκα στο παράθυρο κι είδα τις τρεις μ ου αδερφές να φεύγουν για την εκκλησία. Τις ένιωσα τόσο μακριά μου. Η Ελεονόρα κοπέλα παντρειάς.

Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι και τα πράγματα με τα οικονομικά μας δεν ήταν όπως πριν. Ούτε τα κτήματα μπορούσαν να μας εξασφαλίσουν τη ζωή που είχαμε μάθει, ούτε οι οικονομίες και τα αποθέματα ήτανε ανεξάντλητα. Κι ο Ρώμος σίγουρα δε θα μπορούσε για πολύ ακόμα να τα βγάλει πέρα. Πηγή της δύναμης και της ευημερίας μας ήτανε τ' όνομα του πατέρα και το εμπόριό του πέρα από τα βουνά που κλείναν τα Ζαγόρια. Δεν υπήρχε πια ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Η σκέψη της δικής μου αναχώρησης άρχισε να ριζώνει μέσα μου, να δυναμώνει. Της αναχώρησης και όχι της φυγής. Σαν κάτι αυτονόητο και όχι σαν κάτι αναπόφευκτο. Σαν κάτι που το όριζα εγώ και όχι που το επέβαλλαν οι άλλοι. Η μοίρα μου με ήθελε εκεί και έτσι, εγώ με ήθελα αλλού κι αλλιώς. Η σκέψη έγινε απόφαση κι όταν κατάλαβα πως τίποτα και κανείς δεν μπορούσε πια να μου την αλλάξει, την είπα πρώτα στον δάσκαλο και μετά στους δικούς μου. Τους ξάφνιασε, τους αναστάτωσε, μα κανείς τους δεν την επολέμησε. Η μεγάλη απόφαση δεν ήταν στην πραγματικότητα μεγάλη. Ήταν η πρώτη δική μου απόφαση από τη μαγιά που μου είχαν αφήσει ο δάσκαλός μου και ο πατέρας μου.
Κρατώντας στη χούφτα μου το ρολόι του σφιχτά μέσα στην τσέπη κι έχοντας δώσει στη μητέρα το δισάκι με τις λίρες που μου είχε παραδώσει ο κυρ Βαγγέλης, βρέθηκα του Ευαγγελισμού στη Θεσσαλονίκη. Με την υπόσχεση πως κάποτε θα επιστρέψω, με την ευθύνη γι' αυτούς που άφηνα πίσω μου, με την ελπίδα να ξανάβρω τον πατέρα μου, με την απόφαση να μάθω περισσότερα, να φτιάξω, να δημιουργήσω. Και κάπου βαθύτερα να με τρώει σαν σαράκι ποιο ήταν το "γιατί των γιατί" του πατέρα μου, ποιο είναι το δικό μου. Ποια είναι η δικιά μου αλήθεια ή μήπως θα 'πρεπε να τη φτιάξω μοναχός μου.

Έτσι τελείωνε η αφήγηση του Νίκου - του Νικόλα - για τον πατέρα του, για τα εφηβικά του χρόνια στην Ήπειρο και στα Ζαγόρια, την αναχώρηση του ενός μετά τον άλλο. Σχεδόν απότομα μ' ένα άλμα από το Ζαγόρι στη Θεσσαλονίκη. Αλλού με λεπτομέρειες κι αλλού με άνισα κενά. Μίλαγε συχνά για κείνη την περίοδο, μα ποτέ δεν αναφέρθηκε ο ίδιος, ούτε στα περιστατικά της αναχώρησης, μήτε στα όσα ακολούθησαν. Κάποιες άλλες αποσπασματικές αφηγήσεις του, για άλλα ζητήματα, ήρθαν και δέσανε μετά, φώτισαν άλλες ιστορίες.

13 Αυγούστου 2011

Νέο τραγούδι από τη Σεμέλη Ταγαρά


 Η Σεμέλη Ταγαρά γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτος της Ελληνογαλλικής σχολής Καλαμαρί. Ασχολείται με τη μουσική από την ηλικία των 6 ετών όταν και δημιούργησε την πρώτη της σύνθεση. Δοκίμασε να σπουδάσει πιάνο και βιολοντσέλο στο Νέο Ωδείο. Άρχισε να γράφει παράλληλα διάφορα γραπτά και ποιήματα. Όταν ξεκίνησε γύρω στα της 15 να μαθαίνει κιθάρα, άρχισε να συνδέει τα στιχάκια με τις μελωδίες που ανακάλυπτε. Η κιθάρα ηταν όνειρο ζωής. Μόλις αποφοίτησε, ξεκίνησε εντελώς τυχαία να παίζει στο τότε "Carpe Diem", όπου και παρέμεινe για αρκετό καιρό μελέτης. Εκεί έπαιζε με τον Stefan Scwerdtfeger απο τους "Big Sleep".Ύστερα ήρθε η Sony, με 
δισκογραφική πρόταση. Ηχογραφήθηκε (2003) το "Γινεται άστρα και ύστερα σκόνη" (παράφραση στίχου τουΤάσου Λειβαδίτη), με στίχους και μουσική δικη μου. Ξεχώρισε το κομμάτι "Καπνός". Παράλληλα, δημιούργησε τους 
What?ever,οπου διασκευάζει και μελετά αγαπημένα κομμάτια απο το χώρο της Jazz, της Soul και της Rock. Εχουν παίξει και εξακολουθούννα παίζουν σε διάφορα σημεία της πόλης αλλα και εκτός αυτής παίζοντας 
πια και κομμάτια που γράφει η ίδια η Σεμέλη οπως "Το Βράδυ" (σ.τ.σ.: "Πάμε", "Είμαι εδώ", "Θάλασαα" και άλλα). Τις νύχτες διαλέγει μουσική ως dj σεδιάφορα μπαράκια της πόλης. 
Ως Σεμελη Ταγαρά, εχει ανοίξει συναυλίες των: Dot Allison στο club του Μύλου, της Thalia Zedek στο ξυλουργείο, των Big Sleep και των Calexico στην Αθήνα. Εχει παίξει επίσης σε secret gigs μαζί με τον Steve Wynn σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Σε παράλληλη πειραματική διερέυνηση δημιούργησε τους Fasol Giants με τον Γιάννη Μαρίνο. Επαιζε και παίζει ακόμα γιατι δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Ασχολήθηκε με την μουσικοθεραπεία και υπήρξε εθελοντής του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στο Σώμα Σαμαρειτών. Αυτό είναι ένα από τα νέα της τραγούδια. 




Camly - A Responsive Blogger Theme, Lets Take your blog to the next level.

This is an example of a Optin Form, you could edit this to put information about yourself.


This is an example of a Optin Form, you could edit this to put information about yourself or your site so readers know where you are coming from. Find out more...


Following are the some of the Advantages of Opt-in Form :-

  • Easy to Setup and use.
  • It Can Generate more email subscribers.
  • It’s beautiful on every screen size (try resizing your browser!)
Subscribe Via Email

Subscribe to our newsletter to get the latest updates to your inbox. ;-)

Your email address is safe with us!