Συνέντευξη σε μέλη του MusicHeaven.gr
(αναδημοσίευση)
Πέμπτη βράδυ στην Καισαριανή, το πάρκο του σκοπευτηρίου μια όαση ανάμεσα στις γύρω πολυκατοικίες, δεν σε ψυλλιάζει ούτε για την ιστορία του, ούτε για το τι κατάληξή μπορεί να έχει μετά από χρόνια. Το «Χάραμα» κάπου στη μέση, λες και χτίστηκε με εντολή θεού, για να στεγάσει ζωντανούς μύθους και να μεγαλώσει γενιές και γενιές φέρνοντάς τες τραγουδώντας ως το χάραμα. Και όντως, από εκεί πέρασαν τα σπουδαιότερα ονόματα της λαϊκής μας παράδοσης με πρώτους και καλύτερους τον Βασίλη Τσιτσάνη, τη Σωτηρία Μπέλου και τον Γιάννη Παπαϊωάννου. Εκεί συναντήσαμε τον Δημήτρη Μπάση, έναν ερμηνευτή της νεότερης γενιάς με χαραγμένους βαθειά μέσα του τους δρόμους του λαϊκού μας τραγουδιού αλλά και την συνείδηση πως κανείς δεν πρέπει να έχει «μυθολογικές αξιώσεις» αν ο χρόνος δεν του δώσει το δικαίωμα. Η συνέντευξη έγινε στο ίδιο το καμαρίνι του Βασίλη Τσιτσάνη με τον φιλόξενο Δημήτρη Μπάση να επιβεβαιώνει το καλλιτεχνικό του προφίλ, ανάμεσα σε χαμόγελα, κεράσματα λόγω εορτών και τις πενιές ενός μπουζουκιού που διασκέδαζε με την «πρόβα του» την παρέα των μουσικών στο δίπλα καμαρίνι.
Καλώς ήρθατε παιδιά.
Καλώς σε βρήκαμε Δημήτρη.
(μιλώντας στον CHE) Ωραία γραβάτα!
CHE: Είναι… αγχολυτική! Το κοπλιμέντο για τη γραβάτα μου να μπει στα πρακτικά παρακαλώ…(γέλια)
Aiolos_m: Ο κακομοίρης που θα κάνει την απομαγνητοφώνηση… (γέλια)
PhilipposM: Ευχαριστούμε που μας δέχτηκες κι ελπίζουμε να σε δούμε και μέλος κάποια στιγμή.
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον και να σας πω πως τώρα τελευταία άρχισα να ασχολούμαι με το διαδίκτυο οπότε δεν ξέρω και πολλά. Καταρχήν χαίρομαι που στα πρώτα βήματά μου δίνω μια συνέντευξη σε μια σελίδα σαν το MusicHeaven. Μου το έχουν συστήσει εξάλλου ως ένα site που εκτός από την μεγάλη επισκεψιμότητα έχει και αξιόλογους ανθρώπους. Αλήθεια, με ποιο κριτήριο γίνεται κάποιος μέλος; Υπάρχουν κριτήρια;
P: Το βασικό στοιχείο μας είναι η μουσική, είτε ασχολείσαι παίζοντας κάποιο όργανο, είτε απλά ακούς. Επειδή η δομή του site έχει αποκλειστικά σχέση με τη μουσική, δεν σου δίνει τη δυνατότητα να κάνεις κάτι άλλο ή να ξεφύγεις πολύ. Είναι ένα καθαρά μουσικό site.
Α: Με λίγα λόγια δεν υπάρχουν κριτήρια για να γραφτεί κανείς αλλά υπάρχουν για να μείνει. Και αυτό το δείχνει ο χρόνος.
C: Ας ξεκινήσουμε και με τις ερωτήσεις τις οποίες έχουν θέσει τα μέλη μας. Πώς αισθάνεσαι που τραγουδάς σε έναν χώρο ιστορικό, το Χάραμα, που είναι συνδεδεμένος με την παρουσία του Βασίλη Τσιτσάνη αλλά και άλλων μεγάλων Ελλήνων τραγουδιστών.
Καταρχήν να πούμε πως βρισκόμαστε στο καμαρίνι του Τσιτσάνη. Αυτό και μόνο σημαίνει πολλά. Πριν από λίγες ημέρες ήρθε μια κυρία εδώ στο καμαρίνι και μου λέει «δεν θέλω να σας ενοχλήσω, θέλω μόνο να πιάσω τους τοίχους από το καμαρίνι του». Καταλαβαίνετε λοιπόν. Ο Τσιτσάνης εδώ μέσα σίγουρα έχει γράψει κάποια από τα τραγούδια του, αν σκεφτούμε πως στο Χάραμα τραγούδησε τουλάχιστον είκοσι συνεχόμενα χρόνια. Πώς μπορεί να αισθάνεται ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε έναν χώρο που είναι ιστορικός; Αισθάνομαι υπερηφάνεια και μεγάλη ευθύνη. Αισθάνομαι ότι μπήκα σε έναν χώρο που πρέπει να τον σεβαστώ κι έτσι κάνουμε φέτος με τα παιδιά.
P: Όταν ξεκίνησες τα πρώτα σου βήματα στο τραγούδι τι όνειρα είχες και τι όνειρα έχεις τώρα για το μέλλον σου ως τραγουδιστής και ως άνθρωπος.
Πολλά από τα όνειρα που είχα όταν μπήκα στο τραγούδι έχουν σχεδόν πραγματοποιηθεί. Με αξίωσε ο Θεός να συνεργαστώ επί σκηνής με την Χάρις Αλεξίου, με τον Γιώργο Νταλάρα, με τραγουδιστές δηλαδή που θαύμαζα και υπήρξαν δάσκαλοι για μένα και τους οποίους μελέτησα στα εφηβικά μου χρόνια. Αυτά ήταν όνειρα που έγιναν πραγματικότητα. Ένα άλλο όνειρο που ήταν από εκείνα που κάνουμε απλά επειδή μας αρέσει να ονειρευόμαστε, ήταν η συνεργασία μου με τον Μίκη Θεοδωράκη. Τόσο απίστευτο για μένα. Αισθάνομαι γενικά αρκετά τυχερός που πολλά από τα όνειρά μου πραγματοποιήθηκαν. Εκείνο που σήμερα ονειρεύομαι και ο χρόνος θα δείξει αν θα πραγματοποιηθεί, είναι να αφήσω πίσω μου κάποια τραγούδια ως διαχρονικά. Ξέρω πως είναι πολύ μεγάλη κουβέντα αλλά πιστεύω πως εκεί πρέπει να στοχεύει ένας τραγουδιστής, να αφήσει κάτι πίσω του.
P: Μιας και ανέφερες τον Θεοδωράκη, σε επέλεξε να συνεργαστείτε και για το μουσικό έργο «το τραγούδι του νεκρού αδερφού» πριν από πέντε χρόνια. Πες μας δυο λόγια.
Το «τραγούδι του νεκρού αδερφού» είναι ένα από τα σπουδαιότερα μουσικά έργα του και το οποίο λογοκρίθηκε το 1961 λόγω των πολιτικών καταστάσεων της εποχής. Το τραγούδησε για πρώτη φορά ο Γρηγόρης Μπιθικότσης. Σαράντα ένα χρόνια μετά, ο Μίκης θέλησε να επανακτελέσει το έργο αυτό ολοκληρωμένο και ήταν μεγάλη τιμή που επέλεξε ως βασικό τραγουδιστή εμένα.
P: Τι πιστεύεις πως βρήκε στη φωνή σου ο Θεοδωράκης;
Τώρα με βάζετε και περιαυτολογώ και δεν κάνει, κανονικά θα έπρεπε να ρωτήσετε τον ίδιο. Πιστεύω πως κάτι βρήκε, όπως το λαϊκό χρώμα της φωνής μου. Σίγουρα βρήκε στοιχεία που τον εκφράζουν και τον ικανοποιούν για έναν τέτοιο έργο. Θεοδωράκης είναι αυτός, αν σε επιλέξει δεν ρωτάς και πολλά (γέλια).
Eliza21: Πώς αισθάνεσαι επί σκηνής όταν εισπράττεις το χειροκρότημα του κόσμου;
Καταρχήν αισθάνομαι δικαιωμένος, νιώθω πως η επικοινωνία μου με τον κόσμο είναι καλή. Κι επειδή συνήθως, το πρώτο δεκάλεπτο στη σκηνή υπάρχει το άγχος του αν αυτό που θα παρουσιάσω είναι καλό, το πρώτο τουλάχιστον χειροκρότημα εκτός από επιβράβευση, είναι και ανακούφιση.
Α: Έχεις τη φήμη και την εικόνα του σεμνού καλλιτέχνη. Εκείνου που κάνει τη δουλειά του καλά και δεν λέει πολλά. Έχεις αισθανθεί ποτέ ότι καβάλησες το καλάμι, ότι κάπου πας να ξεφύγεις μέσα σου;
Κοίτα, όλους αυτός που αποκτούν μεγάλη δημοσιότητα και καβαλούν το καλάμι, ως ένα σημείο τους δικαιολογώ, γιατί δεν είναι εύκολο να διαχειριστείς μια μεγάλη επιτυχία. Θέλει παιδεία και χαρακτήρα, θέλει κάποιες βάσεις που αποκτά κανείς από το σπίτι του, από τη διατροφή του. Όταν είχα κάνει την επιτυχία με τους Ψίθυρους Καρδιάς άλλαξε απότομα η ζωή μου, νόμισα ξαφνικά πως είχα καταφέρει σημαντικά πράγματα κι ένιωσα περίεργα. Προς στιγμήν πίστεψα πως μπορεί και να σαλτάρω, όμως είχα καλούς συμβουλάτορες. Συνεργαζόμουν εκείνη την εποχή με τον Χρίστο τον Νικολόπουλο ο οποίος πραγματικά ήταν για μένα και φίλος και πατέρας και αδερφός και όλα μαζί, ο οποίος με προσγείωσε απότομα. Μου είπε δηλαδή ότι αυτό που έχεις να αποδείξεις είναι πως δεν είσαι ο τραγουδιστής του ενός τραγουδιού, δεν είσαι σαν κι αυτούς που βγαίνουν και κάνουν μια επιτυχία και τέλος. Πράγματι τα καλύτερα ήρθαν μετά, γιατί οι βάσεις ξεκίνησαν με τον Νικολόπουλο κι έπειτα κατάφερα όντως να αποδείξω τουλάχιστον ότι δεν είμαι ο τραγουδιστής του ενός τραγουδιού. Αυτή η απότομη αλλαγή λοιπόν με ξάφνιασε και κάπου φοβήθηκα, γιατί δεν είναι εύκολο πράγμα να διαχειριστείς μια επιτυχία. Ακόμα και η διαδικασία από το να είσαι άγνωστος κι ασήμαντος μέχρι να καλείσαι να δίνεις αυτόγραφα, σου αλλάζει ξαφνικά όλη σου τη ζωή.
P: Νομίζω πως την εποχή εκείνη που βγήκε το σίριαλ, πρέπει να ήσουν ο πρώτος καλλιτέχνης που εμφανίστηκε τόσο ξαφνικά στο κοινό. Μετά από χρόνια βέβαια είχαμε και τον ερχομό των reality shows.
Κοίτα, για πολλούς μήνες ο κόσμος δεν ήξερε ποιος τραγουδούσε το τραγούδι.
Είχε ξεκινήσει το σίριαλ, έπεφταν οι τίτλοι, έβλεπαν ένα άγνωστο όνομα και φαντάζονταν έναν άνθρωπο μεγάλο σε ηλικία κι εγώ ήμουν μόλις 25 χρονών. Σήμερα γίνεται το ακριβώς αντίθετο: ξέρεις την εικόνα των τραγουδιστών, ξέρεις την προσωπική τους ζωή, πότε έχουν χωρίσει, με ποιόν τα είχαν, τι έφαγαν το μεσημέρι και δεν ξέρεις τα τραγούδια τους, αν έχουν τραγούδια. Το τραγούδι είναι η αφορμή, η ουσία σήμερα βρίσκεται σε άλλα πράγματα. Εντάξει, δε λέω, αλλάξανε οι εποχές.
Α: Η συνεργασία με τον Νικολόπουλο πώς ήταν;
Προέκυψε μετά από τρία χρόνια θητείας πλάι στην Πρωτοψάλτη, στον Κραουνάκη και σε όλη αυτή την παρέα. Εκεί με άκουσε ο Νικολόπουλος και μου ζήτησε να συνεργαστούμε. Τότε στη Μέδουσα, το 1996, έγινε ένα σχήμα με τον Χρίστο Νικολόπουλο, τον Γιάννη Σπανό, την Κατερίνα Κούκα και τον Γεράσιμο Ανδρεάτο που μόλις είχε εμφανιστεί στο χώρο. Ήταν η αφορμή να έρθω σε επαφή με τον Νικολόπουλο και αφού με άκουσε εκεί σαν τραγουδιστή, όταν του έγινε η πρόταση να γράψει μουσική για ένα σίριαλ, μου πρότεινε να τραγουδήσω εγώ το βασικό τραγούδι. Να σας πω και κάτι που δεν το γνωρίζει ο πολύς ο κόσμος. Μέσα στο soundtrack υπάρχει και μια γυναικεία φωνή, η Ειρήνη η Χαρίδου. Τότε ο Νικολόπουλος είχε κάνει πρόταση σε μια μεγάλη τραγουδίστρια να κάνει τη γυναικεία φωνή, γιατί το soundtrack το απαιτούσε, η οποία όμως έθεσε ως βασική προϋπόθεση για να συμμετάσχει, να πει το τραγούδι των τίτλων. Ο Νικολόπουλος τότε αρνήθηκε, λέγοντας πως το τραγούδι των τίτλων θα το πει ο Μπάσης, ένας άγνωστος και ασήμαντος τότε που δεν είχε καν δισκογραφία. Αυτό πραγματικά δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Τελικά αντί για την επώνυμη εκείνη τραγουδίστρια, τραγούδησε η Χαρίδου η οποία έχει κι αυτή πολύ καλή φωνή. Αυτό δείχνει μεγάλη γενναιοδωρία αλλά και διορατικότητα. Είδε κάτι σε εμένα που ούτε εγώ μπόρεσα ποτέ να το δω για τον εαυτό μου.
Ε: Έχεις μετανιώσει για συνεργασίες που έχεις κάνει;
Δεν έχω μετανιώσει για συνεργασίες που έχω κάνει ούτε με δημιουργούς ούτε με τραγουδιστές. Έχω μετανιώσει μόνο για κάποιες συνεργασίες που έγιναν υπό συγκεκριμένες συνθήκες και βέβαια την ευθύνη φέρουν κάποιοι συγκεκριμένοι παραγωγοί. Δηλαδή εκεί που υπήρξε μια ευτέλεια στην οργάνωση.
C: Με ποιόν άλλο δημιουργό ή τραγουδιστή θα ήθελες να συνεργαστείς; Κάποιο απωθημένο ίσως…;
Μου αρέσει πολύ ο Θάνος ο Μικρούτσικος και ειδικά η λαϊκή του πλευρά, όταν γράφει λαϊκά τραγούδια. Και διάφοροι άλλοι, αλλά ο Μικρούτσικος είναι ένας συνθέτης που μου αρέσει πολύ.
C: Ελπίζω να διαβάσει την απάντηση και να προκύψει η συνεργασία…(γελια)
Α: Έχεις δηλώσει «λαϊκός τραγουδιστής». Αισθάνεσαι απόγονος των παλιών, κλασικών λαϊκών τραγουδιστών και αισθάνεσαι πως μετά από χρόνια θα είσαι έτοιμος με τη σειρά σου να αφήσει απογόνους;
Τώρα ζητάς έναν τραγουδιστή της νεότερης γενιάς να συγκρίνει τον εαυτό του με τους μεγάλους μας λαϊκούς τραγουδιστές; Πατάω πάνω στο δρόμο που χάραξαν όλοι αυτοί. Αν μπορέσω να είμαι άξιος συνεχιστής τους θα το δείξει ο χρόνος. Εγώ ακούγοντας τους έχω εμπνευστεί κι έχω μελετήσει τη φωνή τους. Τους θαυμάζω απεριόριστα, και λέω τους θαυμάζω γιατί είναι σαν να μην έχει φύγει ούτε ο Καζατζίδης, ούτε ο Μπιθικότσης ούτε κανείς. Νομίζω πάντως πως έχουν μπει γερές βάσεις.
P: Από λαϊκό τραγούδι πώς πάμε σήμερα; Είναι αυτό που τραγουδάει ο πολύς κόσμος;
Λαϊκό τραγούδι είναι οτιδήποτε απευθύνεται στο ευρύ κοινό, είναι παιγμένο με τα λαϊκά μας όργανα και αντέχει στον χρόνο. Γιατί, για παράδειγμα αυτό το λαϊκο-ποπ, που είναι ένας καινούργιος όρος και τον λανσάρουν όλοι πλέον είναι σαν να τρως σαρδέλα με προφιτερόλ μαζί· δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα (γέλια). Απλά είναι μια καινούργια μόδα που δανειζόμαστε στοιχεία από λαϊκούς δρόμους βάζοντας ηλεκτρικά στοιχεία μέσα και κάνουμε έναν αχταρμά. Απ’ όλα αυτά βέβαια στο τέλος δεν μένει τίποτα, είναι σουξέ με ημερομηνία λήξης εξαμήνου. Και πολύ είπα. Λαϊκό τραγούδι είναι εκείνο που εκτός από την απήχηση που έχει στον κόσμο, αφήνει μια παρακαταθήκη και για την επόμενη γενιά.
Ε: Βλέπουμε τα ποιοτικά τραγούδια να μην πουλάνε τόσο όσο τα άλλα. Κι όμως κάποιοι τραγουδιστές και δημιουργοί επιμένουν στην ποιότητα, μαζί κι εσύ. Δεν είναι δύσκολο αυτό;
Στο τραγούδι του σήμερα υπάρχει μια ισχυρή δόση από life style. Το θέμα είναι κατά πόσο μπορείς να παίξεις αυτό το παιχνίδι. Κυρίως τα ραδιόφωνα είναι αυτά που κάνουν τις επιτυχίες και χαρακτηρίζουν ένα δίσκο εμπορικό ή μη. Επίσης εμπορικός δεν είναι πλέον ένας δίσκος που πουλάει πολύ αλλά που ακούγεται πολύ. Και όπως ξέρετε όλοι, τα ραδιόφωνα πια παίζουν με playlist. Δηλαδή υπάρχει ο διευθυντής προγράμματος ενός ραδιοφώνου που δίνει μια γραμμή και λέει «αυτός ο καλλιτέχνης κάνει για το ραδιοφωνικό μου προφίλ», είτε γιατί είναι ήδη διάσημος, είτε γιατί ασχολούνται τα media μαζί του είτε γιατί έχει αυτόν τον λαϊκό-ποπ χαρακτήρα που ακούγεται εύκολα και ταιριάζει στο σταθμό. Αυτά τα ραδιόφωνα κάνουν επιτυχίες κάποια τραγούδια επειδή τα παίζουν πολύ αλλά στην ουσία δεν μένει και τίποτα. Εγώ δεν μπορώ να ενδώσω σε όλο αυτό το πράγμα. Θέλω να απασχολώ τα μέσα πάντοτε με τη δουλειά μου, είτε επειδή εμφανίζομαι στο Χάραμα, είτε επειδή βγάζω καινούργιο δίσκο κλπ. Είναι πάρα πολύ εύκολο να απασχολείς τα μέσα. Αυτή τη στιγμή αν κάνω μια δήλωση και βρίσω κάποιον την άλλη μέρα όλοι θα ασχοληθούν με αυτό. Σημασία έχει να κάνεις τη δουλειά σου και να απασχολείς τον κόσμο αυτήν και πιστεύω ότι ο χρόνος θα σε δικαιώσει.
Ε: Με ποιον δίσκο ήρθε για εσένα η καθιέρωση στο χώρο του τραγουδιού;
Άρα έχει έρθει η καθιέρωση; Αυτή ίσως έπρεπε να είναι η ερώτησή σας. Κάποια πράγματα σημαντικά έχω κάνει, όμως δεν νιώθω σε καμία περίπτωση πως έχει έρθει η καθιέρωση. Το λέω με μεγάλη ειλικρίνεια αυτό. Νιώθω ότι με ένα δύο στραβοπατήματα, λάθος κινήσεις, λάθος χειρισμούς μπορείς να οδηγηθείς στον πάτο. Έτσι πιστεύω εγώ. Οπότε για να δεις αν έχει έρθει η καθιέρωση πρέπει να κάνεις τον απολογισμό σου στα πενήντα σου, στα εξήντα σου... Για καθιέρωση μπορεί να μιλάει ο Νταλάρας, ο Μητροπάνος, ο Τερζής κλπ. Η δική μου γενιά έχει βάλει γερές βάσεις και προσπαθούμε ο καθένας από τη μεριά του να πάρει τη σκυτάλη από κάποιον που είναι έτοιμος να τη δώσει. Είμαστε λοιπόν στη φάση ποιος θα πάρει τη σκυτάλη. Για μένα, μόνο και μόνο που κάποιοι άτυπα θεωρούν ότι έχω δικαίωμα στη σκυτάλη είναι πολύ σημαντικό.
C: Αυτό τον καιρό κυκλοφορεί από τη Legent ο νέος σου δίσκος με τίτλο «Η ζωή αλλού σε πάει». Πες μας δυο λόγια για τον δίσκο και για τους συντελεστές.
Είναι ένας δίσκος που βγαίνει σχεδόν τρία χρόνια μετά τον προηγούμενο. Άργησα τόσο πολύ επειδή έψαχνα τραγούδια. Ακροβατούσα ανάμεσα στα διάφορα στυλ που θα έπρεπε να έχει ο δίσκος, αν δηλαδή θα έπρεπε να δώσουμε λίγο πιο εμπορικά στοιχεία ή όχι. Εν τέλει καμαρών γι’ αυτόν. Είναι ένας πολυσυλλεκτικός δίσκος, λαϊκός με έντονα ερωτικά στοιχεία στον στίχο, οι συνθέτες που υπογράφουν τη μουσική είναι ο Χριστόφορος Γερμενής, ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο Θανάσης Βασιλάς, και ο Στέργιος Γαργάλας. Στίχους γράφουν οι Πάνος Φαλάρας, Γιάννης Μπαγουλής, Ελένη Γιαννατσούλια, Εύη Δρούτσα, Λίνα Δημοπούλου, ΒασίληςΓιαννόπουλος. Οι συνθέτες είναι παιδιά της γενιάς μου και εκφράζουν το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι όπως τουλάχιστον πιστεύω ότι πρέπει να είναι το λαϊκό τραγούδι στις μέρες που διανύουμε.
Α: Μίλησες για πολυσυλλεκτικότητα στον δίσκο. Επιλογή ή ανάγκη;
Και τα δυο μαζί. Ήταν η ανάγκη μου καταρχήν να βρω καλά τραγούδια και πιστεύω ότι με την πολυσυλλεκτικότητα έχει τη δυνατότητα να επιλέξεις από τον καθένα τα καλύτερά του. Και από την άλλη είσαι ανοιχτός και σε ένα ευρύ φάσμα δημιουργών, γιατί αν κάνεις έναν δίσκο με έναν στιχουργό κι έναν συνθέτη μπλοκάρεις όλους τους υπόλοιπους. Έρχονται άνθρωποι πολλές φορές και μου αφήνουν τραγούδια και πραγματικά αρκετές φορές βρίσκει κανείς διαμάντια. Αυτά τα διαμάντια μπορείς να τα συμπεριλάβεις μόνο με αυτόν τον τρόπο.
Α: Σου έχει τύχει ποτέ; Να πάρεις δηλαδή τραγούδια από κάποιον που ήρθε στο καμαρίνι και σου άφησε ένα demo.
Σε εμένα όχι, αλλά έχει τύχει στον παραγωγό μου τότε, τον Ηλία Μπενέτο. Ο Θάνος ο Γεωργουλάς, που είναι νέο παιδί και πρώτη φορά έδινε μουσική σε παραγωγό, για τον δίσκο του 2003 με τίτλο «Δημήτρης Μπάσης» είχε μόλις δώσει κάποια demos. Από εκεί ο Μπενέτος μου έδωσε ένα τραγούδι που λέγεται «Σαν τσιγάρο» που μπήκε στον δίσκο και στον Τερζή το «Παραστράτημα». Όταν ρώτησα από ποιόν είναι μου είπε πως είναι από έναν πολύ αξιόλογο νέο.
Α: Τελικά η ζωή αλλού σε πήγε;
Η ζωή μου ξεκίνησε από ένα ακριτικό χωρίο του νομού Κιλκίς, οχτώ χιλιόμετρα από τα Σκόπια και με έφερε στην Αθήνα, να βρίσκομαι στο καμαρίνι του Βασίλη Τσιτσάνη, να είμαι με πέντε ανθρώπους και να κάνουμε συνέντευξη…είναι πράγματα που αν πήγαινα είκοσι χρόνια πίσω και τα σκεφτόμουν θα έλεγα αν είναι δυνατόν. Η ζωή τελικά για αλλού την προορίζει εσύ και για αλλού σε προορίζει εκείνη. Και αυτή είναι και η ομορφιά της.
C: Όταν πήγαινες σχολείο ήθελες να γίνεις τραγουδιστής;
Ήθελα να γίνω αλλά δεν πίστευα ποτέ πως θα τα καταφέρω. Αν μου έλεγες τότε ότι θα συναντήσεις τον Θεοδωράκη και θα κάνετε μαζί συναυλίες και δίσκο θα σε περνούσα για τρελό. Στο σχολείο τραγουδούσα πάρα πολύ και τραγουδούσα τα πάντα. Κι επειδή ήμουν ψάλτης, έψελνα και τα πάντα. Θυμάμαι, ανοίγαμε στο διάλλειμα το βιβλίο της γεωγραφίας γιατί την επόμενη ώρα θα γράφαμε διαγώνισμα κι εγώ την έψελνα τη γεωγραφία! Μου έλεγαν «σκάσε να συγκεντρωθούμε» (γέλια). Στα πλαίσια της πλάκας βέβαια τους έλεγα «καλά, κάποτε θα με πληρώνετε για να μ’ ακούτε», αλλά όταν το έλεγα δεν το πίστευα ότι θα γίνει έτσι.
P: Η Βυζαντινή μουσική που σπούδασες σε βοήθησε καθόλου;
Με βοήθησε πάρα πολύ, γιατί από οχτώ χρονών που ανέβηκα στο ψαλτήρι να ψάλλω υπήρξε μεγάλη τριβή. Βεβαίως μετά έκανα και μαθήματα. Έμαθα να κουρδίζω καλά, να πατάω σωστά στις νότες, να ακούω σωστά, να παίρνω καλές αναπνοές…με βοήθησε γενικά να γίνω καλύτερος.
Ε: Στον δίσκο συναντάμε κι ένα ντουέτο με τον Γιάννη Κότσιρα. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Όπως σας είπα για τρία χρόνια μάζευα τραγούδια. Το συγκεκριμένο τραγούδι λέγεται «πάμε φίλε» κι ένας από τους καλύτερους φίλους που έχω στο χώρο είναι ο Γιάννης Κότσιρας. Μια φιλία που ξεκίνησε από το καλοκαίρι του 1999 κάνοντας παρέα κάποιες συναυλίες. Έπειτα ξανασυνεργαστήκαμε το 2002 και έχουμε μοιραστεί προσωπικές στιγμές ο ένας του άλλου κι έχει μείνει μια φιλία ανάμεσά μας. Όταν λοιπόν ο Χριστόφορος Γερμενής μου έφερε το τραγούδι ως ντουέτο, πήγε το μυαλό μου στον Κότσιρα. Είναι ένα τραγούδι που μιλά για δυο φίλους οι οποίοι όμως τραβάνε διαφορετικό δρόμο και είναι διαφορετικοί χαρακτήρες. Παραμένουν όμως δυο καλοί φίλοι. Κάνοντας την πρόταση στον Κότσιρα εκείνος δέχτηκε και τελικά βγήκε ένα πολύ καλό τραγούδι.
P: Ταιριάζουν πολύ και οι χροιές σας…
Ταιριάζουμε πολύ και σαν χαρακτήρες, από την άποψη ότι ο ένας συμπληρώνει τον άλλο.
C: Στο MusicHeaven υπάρχουν μέλη που ασχολούνται πιο σοβαρά με τη μουσική. Κάποια από αυτά είναι αρκετά αξιόλογα και σε επίπεδο δημιουργού και σε επίπεδο τραγουδιστή, κάποιοι καλύτεροι από διάφορους που βλέπουμε στη δισκογραφία κι όμως μένουν απ’ έξω. Τι συμβουλές θα τους έδινες;
Ένα μεγάλο ταλέντο στη μουσική δεν μπορεί να μείνει κρυμμένο, κάποια στιγμή θα βγει, δεν υπάρχει περίπτωση…
C: Ποιος θα βρει το ταλέντο, που θα το εκτιμήσει. Γιατί πολλοί κατηγορούν πως οι άνθρωποι των δισκογραφικών εταιριών δεν ενδιαφέρονται.
Στην Ελλάδα όλοι ισχυρίζονται πως έχουν ταλέντο κι όλοι θέλουν να γράψουν μουσική, όλοι θέλουν να τραγουδήσουν, να κάνουν κάτι. Πρέπει να έχεις λίγο το γνώθι σ’ εαυτόν. Όλοι εμείς που αναζητούμε τραγούδια ακούμε τα πάντα. Δηλαδή αν μου φέρεις εσύ ένα cd σίγουρα θα το ακούσω. Αν όχι όλα τα κομμάτια από την αρχή μέχρι το τέλος, ένα «κουπλέ- ρεφραίν» θα τα περάσω. Αν με ενδιαφέρει κάτι θα σου τηλεφωνήσω και θα σου το πω. Εξαρτάται βέβαια και ο τρόπος που το δίνεις. Εγώ συμβουλεύω σε όλους αυτούς τους ανθρώπους να πάνε προσωπικά και να το δώσουν στον τραγουδιστή. Αυτός που αξίζει κι έχει ταλέντο θα φανεί. Δεν έχετε ακούσει την ιστορία με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη; Τραγούδησε κάποια τραγούδια στη Γαλάνη από το πίσω μέρος του αυτοκινήτου με την κιθάρα του σε μια διαδρομή. Είπε πως είχε μια έτοιμη δουλειά με τον Νίκο τον Ζούδιαρη και αφού άκουσε η Γαλάνη ότι όντως άξιζαν, τους έβγαλε. Όσοι απογοητεύονται είτε δεν έχουν αρκετό ταλέντο είτε δεν έχουν μεράκι. Εξάλλου δεν χωράνε όλοι σε αυτόν τον χώρο.
C: Είσαι γόνος μεταναστών και γεννήθηκες στη Γερμανία. Έπαιξε αυτό κάποιον ρόλο στον καλλιτεχνικό σου προσανατολισμό;
Έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Οι μετανάστες άκουγαν πάρα πολλή ελληνική μουσική, κυρίως από δισκάκια των 45 στροφών. Ήταν το μόνο μέσο που μπορούσε να τους ενώσει σε παρέες τα Σαββατοκύριακα και τα τραγούδια ήταν ο μόνος τρόπος να ταξιδεύει κανείς νοερά προς την πατρίδα. Γιατί όλοι τους ήσαν μετανάστες με τον καημό της επιστροφής. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που άκουγε πάρα πολύ τα τραγούδια αυτά, της δεκαετίας του ’70 και ήταν φυσικό να επηρεαστώ.
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε η πόρτα και μας ανακοίνωσαν πως το πρόγραμμα σε λίγο ξεκινούσε, άρα ο χρόνος μας τελείωσε απότομα.
Α: Εν συντομία μιας κι ο χρόνος μας πιέζει, θα θέλαμε να μας πεις ένα τραγούδι που συγκινείσαι όταν το ακούς κι ένα τραγούδι συναδέλφου σου που θα ήθελες να το έχει πει εσύ.
Με συγκινεί πολύ το «Όλα σε θυμίζουν» από τη φωνή της Χαρούλας Αλεξίου και που το έχει γράψει ο Μάνος Λοΐζος. Όσον αφορά τα τραγούδια που έχω ζηλέψει και θα ήθελα να τα είχα τραγουδήσει, είναι πάρα πολλά. Μιας και μου ζητάτε ένα, αυτό είναι η Μικρή Πατρίδα του Γιώργου Ανδρέου και του Παρασκευά Καρασούλου.
Α: Για το φινάλε, τι θα ήθελες να πεις στον κόσμο που μας διαβάζει από το MusicHeaven;
Να συνεχίσουν να επισκέπτονται τη σελίδα σας, να ακούνε καλή μουσική και να ενημερώνονται σωστά.
Καλώς ήρθατε παιδιά.
Καλώς σε βρήκαμε Δημήτρη.
(μιλώντας στον CHE) Ωραία γραβάτα!
CHE: Είναι… αγχολυτική! Το κοπλιμέντο για τη γραβάτα μου να μπει στα πρακτικά παρακαλώ…(γέλια)
Aiolos_m: Ο κακομοίρης που θα κάνει την απομαγνητοφώνηση… (γέλια)
PhilipposM: Ευχαριστούμε που μας δέχτηκες κι ελπίζουμε να σε δούμε και μέλος κάποια στιγμή.
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον και να σας πω πως τώρα τελευταία άρχισα να ασχολούμαι με το διαδίκτυο οπότε δεν ξέρω και πολλά. Καταρχήν χαίρομαι που στα πρώτα βήματά μου δίνω μια συνέντευξη σε μια σελίδα σαν το MusicHeaven. Μου το έχουν συστήσει εξάλλου ως ένα site που εκτός από την μεγάλη επισκεψιμότητα έχει και αξιόλογους ανθρώπους. Αλήθεια, με ποιο κριτήριο γίνεται κάποιος μέλος; Υπάρχουν κριτήρια;
P: Το βασικό στοιχείο μας είναι η μουσική, είτε ασχολείσαι παίζοντας κάποιο όργανο, είτε απλά ακούς. Επειδή η δομή του site έχει αποκλειστικά σχέση με τη μουσική, δεν σου δίνει τη δυνατότητα να κάνεις κάτι άλλο ή να ξεφύγεις πολύ. Είναι ένα καθαρά μουσικό site.
Α: Με λίγα λόγια δεν υπάρχουν κριτήρια για να γραφτεί κανείς αλλά υπάρχουν για να μείνει. Και αυτό το δείχνει ο χρόνος.
C: Ας ξεκινήσουμε και με τις ερωτήσεις τις οποίες έχουν θέσει τα μέλη μας. Πώς αισθάνεσαι που τραγουδάς σε έναν χώρο ιστορικό, το Χάραμα, που είναι συνδεδεμένος με την παρουσία του Βασίλη Τσιτσάνη αλλά και άλλων μεγάλων Ελλήνων τραγουδιστών.
Καταρχήν να πούμε πως βρισκόμαστε στο καμαρίνι του Τσιτσάνη. Αυτό και μόνο σημαίνει πολλά. Πριν από λίγες ημέρες ήρθε μια κυρία εδώ στο καμαρίνι και μου λέει «δεν θέλω να σας ενοχλήσω, θέλω μόνο να πιάσω τους τοίχους από το καμαρίνι του». Καταλαβαίνετε λοιπόν. Ο Τσιτσάνης εδώ μέσα σίγουρα έχει γράψει κάποια από τα τραγούδια του, αν σκεφτούμε πως στο Χάραμα τραγούδησε τουλάχιστον είκοσι συνεχόμενα χρόνια. Πώς μπορεί να αισθάνεται ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε έναν χώρο που είναι ιστορικός; Αισθάνομαι υπερηφάνεια και μεγάλη ευθύνη. Αισθάνομαι ότι μπήκα σε έναν χώρο που πρέπει να τον σεβαστώ κι έτσι κάνουμε φέτος με τα παιδιά.
P: Όταν ξεκίνησες τα πρώτα σου βήματα στο τραγούδι τι όνειρα είχες και τι όνειρα έχεις τώρα για το μέλλον σου ως τραγουδιστής και ως άνθρωπος.
Πολλά από τα όνειρα που είχα όταν μπήκα στο τραγούδι έχουν σχεδόν πραγματοποιηθεί. Με αξίωσε ο Θεός να συνεργαστώ επί σκηνής με την Χάρις Αλεξίου, με τον Γιώργο Νταλάρα, με τραγουδιστές δηλαδή που θαύμαζα και υπήρξαν δάσκαλοι για μένα και τους οποίους μελέτησα στα εφηβικά μου χρόνια. Αυτά ήταν όνειρα που έγιναν πραγματικότητα. Ένα άλλο όνειρο που ήταν από εκείνα που κάνουμε απλά επειδή μας αρέσει να ονειρευόμαστε, ήταν η συνεργασία μου με τον Μίκη Θεοδωράκη. Τόσο απίστευτο για μένα. Αισθάνομαι γενικά αρκετά τυχερός που πολλά από τα όνειρά μου πραγματοποιήθηκαν. Εκείνο που σήμερα ονειρεύομαι και ο χρόνος θα δείξει αν θα πραγματοποιηθεί, είναι να αφήσω πίσω μου κάποια τραγούδια ως διαχρονικά. Ξέρω πως είναι πολύ μεγάλη κουβέντα αλλά πιστεύω πως εκεί πρέπει να στοχεύει ένας τραγουδιστής, να αφήσει κάτι πίσω του.
P: Μιας και ανέφερες τον Θεοδωράκη, σε επέλεξε να συνεργαστείτε και για το μουσικό έργο «το τραγούδι του νεκρού αδερφού» πριν από πέντε χρόνια. Πες μας δυο λόγια.
Το «τραγούδι του νεκρού αδερφού» είναι ένα από τα σπουδαιότερα μουσικά έργα του και το οποίο λογοκρίθηκε το 1961 λόγω των πολιτικών καταστάσεων της εποχής. Το τραγούδησε για πρώτη φορά ο Γρηγόρης Μπιθικότσης. Σαράντα ένα χρόνια μετά, ο Μίκης θέλησε να επανακτελέσει το έργο αυτό ολοκληρωμένο και ήταν μεγάλη τιμή που επέλεξε ως βασικό τραγουδιστή εμένα.
P: Τι πιστεύεις πως βρήκε στη φωνή σου ο Θεοδωράκης;
Τώρα με βάζετε και περιαυτολογώ και δεν κάνει, κανονικά θα έπρεπε να ρωτήσετε τον ίδιο. Πιστεύω πως κάτι βρήκε, όπως το λαϊκό χρώμα της φωνής μου. Σίγουρα βρήκε στοιχεία που τον εκφράζουν και τον ικανοποιούν για έναν τέτοιο έργο. Θεοδωράκης είναι αυτός, αν σε επιλέξει δεν ρωτάς και πολλά (γέλια).
Eliza21: Πώς αισθάνεσαι επί σκηνής όταν εισπράττεις το χειροκρότημα του κόσμου;
Καταρχήν αισθάνομαι δικαιωμένος, νιώθω πως η επικοινωνία μου με τον κόσμο είναι καλή. Κι επειδή συνήθως, το πρώτο δεκάλεπτο στη σκηνή υπάρχει το άγχος του αν αυτό που θα παρουσιάσω είναι καλό, το πρώτο τουλάχιστον χειροκρότημα εκτός από επιβράβευση, είναι και ανακούφιση.
Α: Έχεις τη φήμη και την εικόνα του σεμνού καλλιτέχνη. Εκείνου που κάνει τη δουλειά του καλά και δεν λέει πολλά. Έχεις αισθανθεί ποτέ ότι καβάλησες το καλάμι, ότι κάπου πας να ξεφύγεις μέσα σου;
Κοίτα, όλους αυτός που αποκτούν μεγάλη δημοσιότητα και καβαλούν το καλάμι, ως ένα σημείο τους δικαιολογώ, γιατί δεν είναι εύκολο να διαχειριστείς μια μεγάλη επιτυχία. Θέλει παιδεία και χαρακτήρα, θέλει κάποιες βάσεις που αποκτά κανείς από το σπίτι του, από τη διατροφή του. Όταν είχα κάνει την επιτυχία με τους Ψίθυρους Καρδιάς άλλαξε απότομα η ζωή μου, νόμισα ξαφνικά πως είχα καταφέρει σημαντικά πράγματα κι ένιωσα περίεργα. Προς στιγμήν πίστεψα πως μπορεί και να σαλτάρω, όμως είχα καλούς συμβουλάτορες. Συνεργαζόμουν εκείνη την εποχή με τον Χρίστο τον Νικολόπουλο ο οποίος πραγματικά ήταν για μένα και φίλος και πατέρας και αδερφός και όλα μαζί, ο οποίος με προσγείωσε απότομα. Μου είπε δηλαδή ότι αυτό που έχεις να αποδείξεις είναι πως δεν είσαι ο τραγουδιστής του ενός τραγουδιού, δεν είσαι σαν κι αυτούς που βγαίνουν και κάνουν μια επιτυχία και τέλος. Πράγματι τα καλύτερα ήρθαν μετά, γιατί οι βάσεις ξεκίνησαν με τον Νικολόπουλο κι έπειτα κατάφερα όντως να αποδείξω τουλάχιστον ότι δεν είμαι ο τραγουδιστής του ενός τραγουδιού. Αυτή η απότομη αλλαγή λοιπόν με ξάφνιασε και κάπου φοβήθηκα, γιατί δεν είναι εύκολο πράγμα να διαχειριστείς μια επιτυχία. Ακόμα και η διαδικασία από το να είσαι άγνωστος κι ασήμαντος μέχρι να καλείσαι να δίνεις αυτόγραφα, σου αλλάζει ξαφνικά όλη σου τη ζωή.
P: Νομίζω πως την εποχή εκείνη που βγήκε το σίριαλ, πρέπει να ήσουν ο πρώτος καλλιτέχνης που εμφανίστηκε τόσο ξαφνικά στο κοινό. Μετά από χρόνια βέβαια είχαμε και τον ερχομό των reality shows.
Κοίτα, για πολλούς μήνες ο κόσμος δεν ήξερε ποιος τραγουδούσε το τραγούδι.
Είχε ξεκινήσει το σίριαλ, έπεφταν οι τίτλοι, έβλεπαν ένα άγνωστο όνομα και φαντάζονταν έναν άνθρωπο μεγάλο σε ηλικία κι εγώ ήμουν μόλις 25 χρονών. Σήμερα γίνεται το ακριβώς αντίθετο: ξέρεις την εικόνα των τραγουδιστών, ξέρεις την προσωπική τους ζωή, πότε έχουν χωρίσει, με ποιόν τα είχαν, τι έφαγαν το μεσημέρι και δεν ξέρεις τα τραγούδια τους, αν έχουν τραγούδια. Το τραγούδι είναι η αφορμή, η ουσία σήμερα βρίσκεται σε άλλα πράγματα. Εντάξει, δε λέω, αλλάξανε οι εποχές.
Α: Η συνεργασία με τον Νικολόπουλο πώς ήταν;
Προέκυψε μετά από τρία χρόνια θητείας πλάι στην Πρωτοψάλτη, στον Κραουνάκη και σε όλη αυτή την παρέα. Εκεί με άκουσε ο Νικολόπουλος και μου ζήτησε να συνεργαστούμε. Τότε στη Μέδουσα, το 1996, έγινε ένα σχήμα με τον Χρίστο Νικολόπουλο, τον Γιάννη Σπανό, την Κατερίνα Κούκα και τον Γεράσιμο Ανδρεάτο που μόλις είχε εμφανιστεί στο χώρο. Ήταν η αφορμή να έρθω σε επαφή με τον Νικολόπουλο και αφού με άκουσε εκεί σαν τραγουδιστή, όταν του έγινε η πρόταση να γράψει μουσική για ένα σίριαλ, μου πρότεινε να τραγουδήσω εγώ το βασικό τραγούδι. Να σας πω και κάτι που δεν το γνωρίζει ο πολύς ο κόσμος. Μέσα στο soundtrack υπάρχει και μια γυναικεία φωνή, η Ειρήνη η Χαρίδου. Τότε ο Νικολόπουλος είχε κάνει πρόταση σε μια μεγάλη τραγουδίστρια να κάνει τη γυναικεία φωνή, γιατί το soundtrack το απαιτούσε, η οποία όμως έθεσε ως βασική προϋπόθεση για να συμμετάσχει, να πει το τραγούδι των τίτλων. Ο Νικολόπουλος τότε αρνήθηκε, λέγοντας πως το τραγούδι των τίτλων θα το πει ο Μπάσης, ένας άγνωστος και ασήμαντος τότε που δεν είχε καν δισκογραφία. Αυτό πραγματικά δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Τελικά αντί για την επώνυμη εκείνη τραγουδίστρια, τραγούδησε η Χαρίδου η οποία έχει κι αυτή πολύ καλή φωνή. Αυτό δείχνει μεγάλη γενναιοδωρία αλλά και διορατικότητα. Είδε κάτι σε εμένα που ούτε εγώ μπόρεσα ποτέ να το δω για τον εαυτό μου.
Ε: Έχεις μετανιώσει για συνεργασίες που έχεις κάνει;
Δεν έχω μετανιώσει για συνεργασίες που έχω κάνει ούτε με δημιουργούς ούτε με τραγουδιστές. Έχω μετανιώσει μόνο για κάποιες συνεργασίες που έγιναν υπό συγκεκριμένες συνθήκες και βέβαια την ευθύνη φέρουν κάποιοι συγκεκριμένοι παραγωγοί. Δηλαδή εκεί που υπήρξε μια ευτέλεια στην οργάνωση.
C: Με ποιόν άλλο δημιουργό ή τραγουδιστή θα ήθελες να συνεργαστείς; Κάποιο απωθημένο ίσως…;
Μου αρέσει πολύ ο Θάνος ο Μικρούτσικος και ειδικά η λαϊκή του πλευρά, όταν γράφει λαϊκά τραγούδια. Και διάφοροι άλλοι, αλλά ο Μικρούτσικος είναι ένας συνθέτης που μου αρέσει πολύ.
C: Ελπίζω να διαβάσει την απάντηση και να προκύψει η συνεργασία…(γελια)
Α: Έχεις δηλώσει «λαϊκός τραγουδιστής». Αισθάνεσαι απόγονος των παλιών, κλασικών λαϊκών τραγουδιστών και αισθάνεσαι πως μετά από χρόνια θα είσαι έτοιμος με τη σειρά σου να αφήσει απογόνους;
Τώρα ζητάς έναν τραγουδιστή της νεότερης γενιάς να συγκρίνει τον εαυτό του με τους μεγάλους μας λαϊκούς τραγουδιστές; Πατάω πάνω στο δρόμο που χάραξαν όλοι αυτοί. Αν μπορέσω να είμαι άξιος συνεχιστής τους θα το δείξει ο χρόνος. Εγώ ακούγοντας τους έχω εμπνευστεί κι έχω μελετήσει τη φωνή τους. Τους θαυμάζω απεριόριστα, και λέω τους θαυμάζω γιατί είναι σαν να μην έχει φύγει ούτε ο Καζατζίδης, ούτε ο Μπιθικότσης ούτε κανείς. Νομίζω πάντως πως έχουν μπει γερές βάσεις.
P: Από λαϊκό τραγούδι πώς πάμε σήμερα; Είναι αυτό που τραγουδάει ο πολύς κόσμος;
Λαϊκό τραγούδι είναι οτιδήποτε απευθύνεται στο ευρύ κοινό, είναι παιγμένο με τα λαϊκά μας όργανα και αντέχει στον χρόνο. Γιατί, για παράδειγμα αυτό το λαϊκο-ποπ, που είναι ένας καινούργιος όρος και τον λανσάρουν όλοι πλέον είναι σαν να τρως σαρδέλα με προφιτερόλ μαζί· δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα (γέλια). Απλά είναι μια καινούργια μόδα που δανειζόμαστε στοιχεία από λαϊκούς δρόμους βάζοντας ηλεκτρικά στοιχεία μέσα και κάνουμε έναν αχταρμά. Απ’ όλα αυτά βέβαια στο τέλος δεν μένει τίποτα, είναι σουξέ με ημερομηνία λήξης εξαμήνου. Και πολύ είπα. Λαϊκό τραγούδι είναι εκείνο που εκτός από την απήχηση που έχει στον κόσμο, αφήνει μια παρακαταθήκη και για την επόμενη γενιά.
Ε: Βλέπουμε τα ποιοτικά τραγούδια να μην πουλάνε τόσο όσο τα άλλα. Κι όμως κάποιοι τραγουδιστές και δημιουργοί επιμένουν στην ποιότητα, μαζί κι εσύ. Δεν είναι δύσκολο αυτό;
Στο τραγούδι του σήμερα υπάρχει μια ισχυρή δόση από life style. Το θέμα είναι κατά πόσο μπορείς να παίξεις αυτό το παιχνίδι. Κυρίως τα ραδιόφωνα είναι αυτά που κάνουν τις επιτυχίες και χαρακτηρίζουν ένα δίσκο εμπορικό ή μη. Επίσης εμπορικός δεν είναι πλέον ένας δίσκος που πουλάει πολύ αλλά που ακούγεται πολύ. Και όπως ξέρετε όλοι, τα ραδιόφωνα πια παίζουν με playlist. Δηλαδή υπάρχει ο διευθυντής προγράμματος ενός ραδιοφώνου που δίνει μια γραμμή και λέει «αυτός ο καλλιτέχνης κάνει για το ραδιοφωνικό μου προφίλ», είτε γιατί είναι ήδη διάσημος, είτε γιατί ασχολούνται τα media μαζί του είτε γιατί έχει αυτόν τον λαϊκό-ποπ χαρακτήρα που ακούγεται εύκολα και ταιριάζει στο σταθμό. Αυτά τα ραδιόφωνα κάνουν επιτυχίες κάποια τραγούδια επειδή τα παίζουν πολύ αλλά στην ουσία δεν μένει και τίποτα. Εγώ δεν μπορώ να ενδώσω σε όλο αυτό το πράγμα. Θέλω να απασχολώ τα μέσα πάντοτε με τη δουλειά μου, είτε επειδή εμφανίζομαι στο Χάραμα, είτε επειδή βγάζω καινούργιο δίσκο κλπ. Είναι πάρα πολύ εύκολο να απασχολείς τα μέσα. Αυτή τη στιγμή αν κάνω μια δήλωση και βρίσω κάποιον την άλλη μέρα όλοι θα ασχοληθούν με αυτό. Σημασία έχει να κάνεις τη δουλειά σου και να απασχολείς τον κόσμο αυτήν και πιστεύω ότι ο χρόνος θα σε δικαιώσει.
Ε: Με ποιον δίσκο ήρθε για εσένα η καθιέρωση στο χώρο του τραγουδιού;
Άρα έχει έρθει η καθιέρωση; Αυτή ίσως έπρεπε να είναι η ερώτησή σας. Κάποια πράγματα σημαντικά έχω κάνει, όμως δεν νιώθω σε καμία περίπτωση πως έχει έρθει η καθιέρωση. Το λέω με μεγάλη ειλικρίνεια αυτό. Νιώθω ότι με ένα δύο στραβοπατήματα, λάθος κινήσεις, λάθος χειρισμούς μπορείς να οδηγηθείς στον πάτο. Έτσι πιστεύω εγώ. Οπότε για να δεις αν έχει έρθει η καθιέρωση πρέπει να κάνεις τον απολογισμό σου στα πενήντα σου, στα εξήντα σου... Για καθιέρωση μπορεί να μιλάει ο Νταλάρας, ο Μητροπάνος, ο Τερζής κλπ. Η δική μου γενιά έχει βάλει γερές βάσεις και προσπαθούμε ο καθένας από τη μεριά του να πάρει τη σκυτάλη από κάποιον που είναι έτοιμος να τη δώσει. Είμαστε λοιπόν στη φάση ποιος θα πάρει τη σκυτάλη. Για μένα, μόνο και μόνο που κάποιοι άτυπα θεωρούν ότι έχω δικαίωμα στη σκυτάλη είναι πολύ σημαντικό.
C: Αυτό τον καιρό κυκλοφορεί από τη Legent ο νέος σου δίσκος με τίτλο «Η ζωή αλλού σε πάει». Πες μας δυο λόγια για τον δίσκο και για τους συντελεστές.
Είναι ένας δίσκος που βγαίνει σχεδόν τρία χρόνια μετά τον προηγούμενο. Άργησα τόσο πολύ επειδή έψαχνα τραγούδια. Ακροβατούσα ανάμεσα στα διάφορα στυλ που θα έπρεπε να έχει ο δίσκος, αν δηλαδή θα έπρεπε να δώσουμε λίγο πιο εμπορικά στοιχεία ή όχι. Εν τέλει καμαρών γι’ αυτόν. Είναι ένας πολυσυλλεκτικός δίσκος, λαϊκός με έντονα ερωτικά στοιχεία στον στίχο, οι συνθέτες που υπογράφουν τη μουσική είναι ο Χριστόφορος Γερμενής, ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο Θανάσης Βασιλάς, και ο Στέργιος Γαργάλας. Στίχους γράφουν οι Πάνος Φαλάρας, Γιάννης Μπαγουλής, Ελένη Γιαννατσούλια, Εύη Δρούτσα, Λίνα Δημοπούλου, ΒασίληςΓιαννόπουλος. Οι συνθέτες είναι παιδιά της γενιάς μου και εκφράζουν το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι όπως τουλάχιστον πιστεύω ότι πρέπει να είναι το λαϊκό τραγούδι στις μέρες που διανύουμε.
Α: Μίλησες για πολυσυλλεκτικότητα στον δίσκο. Επιλογή ή ανάγκη;
Και τα δυο μαζί. Ήταν η ανάγκη μου καταρχήν να βρω καλά τραγούδια και πιστεύω ότι με την πολυσυλλεκτικότητα έχει τη δυνατότητα να επιλέξεις από τον καθένα τα καλύτερά του. Και από την άλλη είσαι ανοιχτός και σε ένα ευρύ φάσμα δημιουργών, γιατί αν κάνεις έναν δίσκο με έναν στιχουργό κι έναν συνθέτη μπλοκάρεις όλους τους υπόλοιπους. Έρχονται άνθρωποι πολλές φορές και μου αφήνουν τραγούδια και πραγματικά αρκετές φορές βρίσκει κανείς διαμάντια. Αυτά τα διαμάντια μπορείς να τα συμπεριλάβεις μόνο με αυτόν τον τρόπο.
Α: Σου έχει τύχει ποτέ; Να πάρεις δηλαδή τραγούδια από κάποιον που ήρθε στο καμαρίνι και σου άφησε ένα demo.
Σε εμένα όχι, αλλά έχει τύχει στον παραγωγό μου τότε, τον Ηλία Μπενέτο. Ο Θάνος ο Γεωργουλάς, που είναι νέο παιδί και πρώτη φορά έδινε μουσική σε παραγωγό, για τον δίσκο του 2003 με τίτλο «Δημήτρης Μπάσης» είχε μόλις δώσει κάποια demos. Από εκεί ο Μπενέτος μου έδωσε ένα τραγούδι που λέγεται «Σαν τσιγάρο» που μπήκε στον δίσκο και στον Τερζή το «Παραστράτημα». Όταν ρώτησα από ποιόν είναι μου είπε πως είναι από έναν πολύ αξιόλογο νέο.
Α: Τελικά η ζωή αλλού σε πήγε;
Η ζωή μου ξεκίνησε από ένα ακριτικό χωρίο του νομού Κιλκίς, οχτώ χιλιόμετρα από τα Σκόπια και με έφερε στην Αθήνα, να βρίσκομαι στο καμαρίνι του Βασίλη Τσιτσάνη, να είμαι με πέντε ανθρώπους και να κάνουμε συνέντευξη…είναι πράγματα που αν πήγαινα είκοσι χρόνια πίσω και τα σκεφτόμουν θα έλεγα αν είναι δυνατόν. Η ζωή τελικά για αλλού την προορίζει εσύ και για αλλού σε προορίζει εκείνη. Και αυτή είναι και η ομορφιά της.
C: Όταν πήγαινες σχολείο ήθελες να γίνεις τραγουδιστής;
Ήθελα να γίνω αλλά δεν πίστευα ποτέ πως θα τα καταφέρω. Αν μου έλεγες τότε ότι θα συναντήσεις τον Θεοδωράκη και θα κάνετε μαζί συναυλίες και δίσκο θα σε περνούσα για τρελό. Στο σχολείο τραγουδούσα πάρα πολύ και τραγουδούσα τα πάντα. Κι επειδή ήμουν ψάλτης, έψελνα και τα πάντα. Θυμάμαι, ανοίγαμε στο διάλλειμα το βιβλίο της γεωγραφίας γιατί την επόμενη ώρα θα γράφαμε διαγώνισμα κι εγώ την έψελνα τη γεωγραφία! Μου έλεγαν «σκάσε να συγκεντρωθούμε» (γέλια). Στα πλαίσια της πλάκας βέβαια τους έλεγα «καλά, κάποτε θα με πληρώνετε για να μ’ ακούτε», αλλά όταν το έλεγα δεν το πίστευα ότι θα γίνει έτσι.
P: Η Βυζαντινή μουσική που σπούδασες σε βοήθησε καθόλου;
Με βοήθησε πάρα πολύ, γιατί από οχτώ χρονών που ανέβηκα στο ψαλτήρι να ψάλλω υπήρξε μεγάλη τριβή. Βεβαίως μετά έκανα και μαθήματα. Έμαθα να κουρδίζω καλά, να πατάω σωστά στις νότες, να ακούω σωστά, να παίρνω καλές αναπνοές…με βοήθησε γενικά να γίνω καλύτερος.
Ε: Στον δίσκο συναντάμε κι ένα ντουέτο με τον Γιάννη Κότσιρα. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Όπως σας είπα για τρία χρόνια μάζευα τραγούδια. Το συγκεκριμένο τραγούδι λέγεται «πάμε φίλε» κι ένας από τους καλύτερους φίλους που έχω στο χώρο είναι ο Γιάννης Κότσιρας. Μια φιλία που ξεκίνησε από το καλοκαίρι του 1999 κάνοντας παρέα κάποιες συναυλίες. Έπειτα ξανασυνεργαστήκαμε το 2002 και έχουμε μοιραστεί προσωπικές στιγμές ο ένας του άλλου κι έχει μείνει μια φιλία ανάμεσά μας. Όταν λοιπόν ο Χριστόφορος Γερμενής μου έφερε το τραγούδι ως ντουέτο, πήγε το μυαλό μου στον Κότσιρα. Είναι ένα τραγούδι που μιλά για δυο φίλους οι οποίοι όμως τραβάνε διαφορετικό δρόμο και είναι διαφορετικοί χαρακτήρες. Παραμένουν όμως δυο καλοί φίλοι. Κάνοντας την πρόταση στον Κότσιρα εκείνος δέχτηκε και τελικά βγήκε ένα πολύ καλό τραγούδι.
P: Ταιριάζουν πολύ και οι χροιές σας…
Ταιριάζουμε πολύ και σαν χαρακτήρες, από την άποψη ότι ο ένας συμπληρώνει τον άλλο.
C: Στο MusicHeaven υπάρχουν μέλη που ασχολούνται πιο σοβαρά με τη μουσική. Κάποια από αυτά είναι αρκετά αξιόλογα και σε επίπεδο δημιουργού και σε επίπεδο τραγουδιστή, κάποιοι καλύτεροι από διάφορους που βλέπουμε στη δισκογραφία κι όμως μένουν απ’ έξω. Τι συμβουλές θα τους έδινες;
Ένα μεγάλο ταλέντο στη μουσική δεν μπορεί να μείνει κρυμμένο, κάποια στιγμή θα βγει, δεν υπάρχει περίπτωση…
C: Ποιος θα βρει το ταλέντο, που θα το εκτιμήσει. Γιατί πολλοί κατηγορούν πως οι άνθρωποι των δισκογραφικών εταιριών δεν ενδιαφέρονται.
Στην Ελλάδα όλοι ισχυρίζονται πως έχουν ταλέντο κι όλοι θέλουν να γράψουν μουσική, όλοι θέλουν να τραγουδήσουν, να κάνουν κάτι. Πρέπει να έχεις λίγο το γνώθι σ’ εαυτόν. Όλοι εμείς που αναζητούμε τραγούδια ακούμε τα πάντα. Δηλαδή αν μου φέρεις εσύ ένα cd σίγουρα θα το ακούσω. Αν όχι όλα τα κομμάτια από την αρχή μέχρι το τέλος, ένα «κουπλέ- ρεφραίν» θα τα περάσω. Αν με ενδιαφέρει κάτι θα σου τηλεφωνήσω και θα σου το πω. Εξαρτάται βέβαια και ο τρόπος που το δίνεις. Εγώ συμβουλεύω σε όλους αυτούς τους ανθρώπους να πάνε προσωπικά και να το δώσουν στον τραγουδιστή. Αυτός που αξίζει κι έχει ταλέντο θα φανεί. Δεν έχετε ακούσει την ιστορία με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη; Τραγούδησε κάποια τραγούδια στη Γαλάνη από το πίσω μέρος του αυτοκινήτου με την κιθάρα του σε μια διαδρομή. Είπε πως είχε μια έτοιμη δουλειά με τον Νίκο τον Ζούδιαρη και αφού άκουσε η Γαλάνη ότι όντως άξιζαν, τους έβγαλε. Όσοι απογοητεύονται είτε δεν έχουν αρκετό ταλέντο είτε δεν έχουν μεράκι. Εξάλλου δεν χωράνε όλοι σε αυτόν τον χώρο.
C: Είσαι γόνος μεταναστών και γεννήθηκες στη Γερμανία. Έπαιξε αυτό κάποιον ρόλο στον καλλιτεχνικό σου προσανατολισμό;
Έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Οι μετανάστες άκουγαν πάρα πολλή ελληνική μουσική, κυρίως από δισκάκια των 45 στροφών. Ήταν το μόνο μέσο που μπορούσε να τους ενώσει σε παρέες τα Σαββατοκύριακα και τα τραγούδια ήταν ο μόνος τρόπος να ταξιδεύει κανείς νοερά προς την πατρίδα. Γιατί όλοι τους ήσαν μετανάστες με τον καημό της επιστροφής. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που άκουγε πάρα πολύ τα τραγούδια αυτά, της δεκαετίας του ’70 και ήταν φυσικό να επηρεαστώ.
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε η πόρτα και μας ανακοίνωσαν πως το πρόγραμμα σε λίγο ξεκινούσε, άρα ο χρόνος μας τελείωσε απότομα.
Α: Εν συντομία μιας κι ο χρόνος μας πιέζει, θα θέλαμε να μας πεις ένα τραγούδι που συγκινείσαι όταν το ακούς κι ένα τραγούδι συναδέλφου σου που θα ήθελες να το έχει πει εσύ.
Με συγκινεί πολύ το «Όλα σε θυμίζουν» από τη φωνή της Χαρούλας Αλεξίου και που το έχει γράψει ο Μάνος Λοΐζος. Όσον αφορά τα τραγούδια που έχω ζηλέψει και θα ήθελα να τα είχα τραγουδήσει, είναι πάρα πολλά. Μιας και μου ζητάτε ένα, αυτό είναι η Μικρή Πατρίδα του Γιώργου Ανδρέου και του Παρασκευά Καρασούλου.
Α: Για το φινάλε, τι θα ήθελες να πεις στον κόσμο που μας διαβάζει από το MusicHeaven;
Να συνεχίσουν να επισκέπτονται τη σελίδα σας, να ακούνε καλή μουσική και να ενημερώνονται σωστά.
*Ευχαριστούμε πολύ τον jorge για το «κλείσιμο» της συνέντευξης, τον Γιώργο Αναστασίου για τη συνεννόηση καθώς και το Χάραμα για τη φιλοξενία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου