Το Χνούδι μετρά ήδη τρία χρόνια κι επτά μήνες πτήσης. Το ξεκίνημα έγινε μία Τετάρτη του 2005 κάπως έτσι: «Θα γεννηθώ λίγο πριν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Στο δημοτικό θα χαράζω θρανία με μπλε στυλό και κόκκινες σκέψεις ενός ευτυχισμένου παιδιού…». Το blog της κεντημένο πάνω σε μαύρο φόντο αποτελεί ίσως το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα δημοφιλούς blog, με πάμπολλους αναγνώστες να ταυτίζονται πότε με τη νεράιδα στην επικεφαλίδα και πότε με το κύμα που ακούγεται απ’ το βάθος. Πηγή αυτού δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο παρά η αλήθεια που κουβαλά ανελλιπώς αυτή η ιστολόγος, ό,τι κι αν συμβεί κάθε που βουτά ο ήλιος στα σκεπάσματά και κάθε που ξυπνάει το πρωί. Άλλοτε η έκφρασή της θυμίζει την ωμότητα και τη σκληράδα με την οποία μια έφηβη θα σκάλιζε τον κόσμο στο υγρό τσιμέντο ενός πεζοδρομίου «Η όραση φθίνει στα ποτάδικα των Εξαρχείων. Σαββατόβραδο που μου στενεύει τα πόδια. Σβήνω κάφτρες στο φόρεμα της Μάρλεν Ντήτριχ και φοβάμαι…». Άλλοτε θυμίζει την τρυφερότητα που βγάζει ένα κοριτσάκι μουρμουρώντας τη δική του αλήθεια, κοιτώντας σε μελαγχολικά στα μάτια και τυλίγοντας τα χεράκια του γύρω απ’το λαιμό σου. «Άνοιξε μου την πόρτα αν θες. Ξέχασα τα κλειδιά μου. Σ' αγαπώ μαμά. Θες το ένα; Χτες μου χαρίσανε δύο μωβ γάντια...». Γιατί το Χνούδι, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κορίτσι που βούτηξε απότομα στα παγωμένα νερά της καθημερινότητας, κολύμπησε, ξύλιασε και πλέον αναζητά παραλία να αράξει και καθαρό ουρανό να ονειρευτεί.
Με τα κείμενά της οι περισσότεροι ξεθάψαμε κρυφές πτυχές του εαυτού μας. Πολλές φορές νιώθω το Χνούδι σαν καθρέφτη που ανακάλυψα μετά από χρόνια στην αποθήκη. Να με κοιτάω μέσα του και να μην πιστεύω. «Οι μονομάχοι κατεβαίνουν στην αρένα σε ζευγάρια, σκοτώνονται όμως μόνοι τους». Ποτέ μεγάλα, χωρίς συντακτικούς καθωσπρεπισμούς, όλα όμως τα κείμενα μοιάζουν με κομμάτια της ζωής ξεκολλημένα, καθαρισμένα κι εκτεθειμένα σε βιτρίνα δίχως τζάμι. Όποιος θέλει απλώνει το χέρι και παίρνει. «Η χειρότερη ώρα ενδέχεται να είναι εκείνη που συνειδητοποιείς ότι οι άνθρωποι που φυλάς μέσα σου, δε διαφέρουν σε τίποτα από αυτούς που σε περιβάλλουν».
Τις περισσότερες φορές παρούσα δηλώνει η μουσική. Είτε με τη μορφή link κάτω από τα κείμενα, είτε με όχημα κάποιο βίντεο, οι μελωδίες λειτουργούν συμπληρώνοντας κομμάτια από το παζλ των νοημάτων. Εξάλλου, μεγαλωμένη ανάλογα, η ιστολόγος αποκρίνεται πως κάτω από το δέρμα της στάζει μουσική. Υπάρχουν όμως «…κάτι μουσικές που δεν σηκώνουν λόγια και θυμίζουν εκείνο το “σώπα τώρα” που μας έλεγε η μάνα μας κάθε φορά που μας έπαιρνε το παράπονο».
Δεν χρειάζεται τους επαίνους μας. Δεν χρειάζεται καν τα σχόλιά μας. Χρειάζεται μόνο την αλήθεια μας, όπως εμείς (όσοι) χρειαζόμαστε την δική της. Με το ταλέντο της να προκαλεί από γαλήνιες στιγμές μέχρι έντονες ψυχικές διακυμάνσεις, το Χνούδι, αποτελεί μία από τις συμπαθέστερες μορφές της μπλογκόσφαιρας. Με μοναδικό στοιχείο τη φωτογραφία στο προφίλ της και τα γραπτά της παραμάσχαλα, μπορεί κανείς να την φανταστεί σαν μια νεράιδα με χρυσοκέντητα μαλλιά, σαν πικραμένο συγγραφέα, σαν μαυροντυμένη φοιτήτρια με ένα βιβλίο στο χέρι, σαν την γυναίκα της διπλανής πόρτας που ξενυχτάει στο μπαλκόνι καπνίζοντας ακατάπαυστα.
*Πρώτη δημοσίευση
περιοδικό πολιτισμού Ως3,
Μάρτιος 2008.
περιοδικό πολιτισμού Ως3,
Μάρτιος 2008.
1 σχόλιο:
πολύ όμορφο κείμενο, για ένα από τα πιο αξιόλογα βλογς. Το Χνούδι είναι από τα πιο ειλικρινή πλάσματα στον κόσμο των πίξελς.
:)
Δημοσίευση σχολίου