Μας συστήθηκε γύρω στο 1999 ως ο frontman του συγκροτήματος «Τα φώτα που σβήνουν». Μπορεί να φώτα κάποια στιγμή να έσβησαν για τη μπάντα, όμως όχι και για τον ίδιο. Ο Στάθης Δρογώσης, μετρά ήδη τον τρίτο προσωπικό του δίσκο και μας υποδέχεται στο σπίτι του στα Εξάρχεια, σε μια συζήτηση που αγγίζει πολλές πλευρές του χαρακτήρα του: από την καλλιτεχνική μέχρι εκείνη του ανήσυχου και συνειδητοποιημένου πολίτη.
Από την εποχή του συγκροτήματος μέχρι και σήμερα σε συναντάμε πολύ συχνά να παίζεις μουσική σε πορείες, διαδηλώσεις, συναυλίες διαμαρτυρίας…
Από μικρός ήμουν πολιτικοποιημένος, είχα έντονες ανησυχίες. Κάποιες φορές ξυπνάμε το πρωί και λέμε ότι ίσως να μην είμαστε και τόσο χρήσιμοι στην κοινωνία, κυρίως επειδή στη δουλειά μας λίγο- πολύ όλοι κολυμπάμε μέσα στη ματαιοδοξία και ζούμε ανάμεσα σε κόλακες. Επίσης συνηθίζεται τις ώρες που η κοινωνία βράζει εμείς απλώς να…τραγουδάμε. Έτσι μου αρέσει να παίζω μουσική για ευγενικούς σκοπούς και χωρίς χρήματα. Θέλω με τον τρόπο μου κάτι να προσφέρω και να ισορροπήσω μέσα μου κάπως τα πράγματα.
Αυτές οι συναυλίες που συμμετέχεις κι εσύ, πιστεύεις ότι εν τέλει έχουν αντίκτυπο;
Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή. Δεν νομίζω ότι είναι της μόδας πια οι καλλιτέχνες να παίρνουν πολιτική θέση. Από την άλλη ούτε το κοινό μάς έχει ως πρότυπο για κάτι τέτοιο. Επειδή απευθυνόμαστε σε ανθρώπους που τώρα ξεκινούν, φοιτητές, μαθητές και νέους, είναι καλό να τους δίνουμε και «κάτι άλλο» πέρα από το χαρούμενο ή λυπημένο τραγουδάκι. Αντί λοιπόν να βγούμε να μιλήσουμε με έναν ξύλινο πολιτικό λόγο, όπως κάνουν τα κόμματα, τους φέρνουμε κοντά με αφορμή το τραγούδι κι έτσι γίνεται μια ζύμωση. Βέβαια μη φανταστείς, λίγος κόσμος συμμετέχει σ’ αυτά τα μετερίζια, μικρές μειοψηφίες.
Σε ένα στίχο σου λες «στους δρόμους τώρα αρχίζει το παιχνίδι ξανά, έλα και δεν είμαστε πια λίγοι». Αφού δεν είμαστε πια λίγοι, γιατί δεν βλέπουμε τα πράγματα να αλλάζουν;
Όταν έπεσε το ανατολικό μπλοκ επήλθε ένα μούδιασμα, αδυνάτισαν τα συνδικάτα και μια ολόκληρη ιδεολογία απαξιώθηκε. Τα think tanks του φιλελευθερισμού έλεγαν πως η ιστορία τελείωσε. Ευτυχώς όμως η ιστορία τους διέψευσε. Όντως δεν είμαστε πια λίγοι κι αυτό είναι κάτι που το έγραψα πριν τον Δεκέμβρη. Απλά επιβεβαιώθηκε. Καλώς ή κακώς υπάρχουν δύο θεωρίες. Η μια λέει να εξισώσουμε τα δικαιώματά μας προς τα κάτω. Να βλέπουμε δηλαδή μια ομάδα ανθρώπων να διεκδικεί για κάτι παραπάνω και από ζήλια να την τραβάμε πίσω γιατί εμείς παίρνουμε μόνο 700 ευρώ. Η άλλη λέει να ενωθούμε μαζί της και να παλέψουμε παρέα για να πάρουμε όλοι μαζί κάτι παραπάνω. Στο δόμο θα λυθούν όλα, εκεί γράφεται η ιστορία μιας πόλης. Το τραγούδι λέει παρακάτω «κυνηγιόμαστε στους δρόμους κι έχει νόημα η ζωή ξανά». Μας έχουν κλείσει στα σπίτια μας, δεν υπάρχουν δημόσιοι χώροι. Τώρα ο δρόμος είναι απλά για περνάνε αμάξια. Πρέπει κάποια στιγμή να ξαναμαζευτούμε στο δρόμο.
Όπως στα γεγονότα του Δεκέμβρη;
Ακόμα δεν έχουμε την ψυχραιμία να κρίνουμε τα γεγονότα με τη ματιά ενός ιστορικού. Ο χρόνος που έχει περάσει είναι λίγος. Επειδή συμμετείχα όμως στη διαμαρτυρία και ήμουν μέσα στα πράγματα, θα σου πω ότι δεν μένω στη βία των διαδηλωτών. Μία πράξη βίας αποκρουστική είχαν τα γεγονότα: τη δολοφονία ενός παιδιού από έναν άνθρωπο αμετανόητο. Εκεί στέκομαι εγώ κι ας λένε ό,τι θέλουν τα κανάλια. Ανοίγαμε την τηλεόραση και βλέπαμε το δάκρυ της βιτρίνας. Κάποιοι δημοσιογράφοι όπως ο Σόμπολος και ο Πρετεντέρης προσπάθησαν να εξισώσουν δέκα βιτρίνες με μια ανθρώπινη ζωή. Κι αυτό που σου λέω να το γράψεις. Η ανθρώπινη ζωή είναι ανεκτίμητη, αυτό μου δίδαξε η χώρα μου και η οικογένειά μου κι αυτό που έγινε ήταν μια στυγνή, κρατική δολοφονία. Είχαμε χρόνια να ζήσουμε στην Ελλάδα κάτι τέτοιο. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς μπορεί κανείς να αγανακτεί με τα ασφαλισμένα μαγαζιά του κέντρου και όχι με τη δολοφονία που έγινε επειδή ο Μαρκογιαννάκης, ο Πολύδωρας και άλλοι ανεκδιήγητοι υπουργοί έδωσαν στην αστυνομία ένα ρόλο τοπικού μπράβου της εξουσίας. Είναι ηθικοί αυτουργοί και για τους πολίτες που υποφέρουν αλλά και για όσα παιδιά που μπαίνουν στην αστυνομία και βγαίνουν χωρίς παιδεία και χωρίς τη στοιχειώδη διαχείριση οργής. Αυτό που έγινε και νομίζω θα συνεχιστεί, είναι ότι ξύπνησαν οι ραγιάδες.
Δηλαδή;
Ζούσαμε μια μεγάλη ιδέα: μια ισχυρή Ελλάδα, ένα κράτος- δύναμη στα Βαλκάνια που έκανε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όλο αυτό έσκασε σαν σαπουνόφουσκα. Δεν είμαστε κάτι τέτοιο. Έχουμε νεόπτωχους, άστεγους, μετανάστες, ένα σάπιο πολιτικό καθεστώς… όλα αυτά δεν μπορούν να κρυφτούν πια. Ο Δεκέμβρης έβαλε ένα μέτρο σχετικά με ποιους πρέπει να ταχθεί ο καθένας: με την εξεγερμένη νεολαία ή με τους "αγανακτισμένους" πολίτες, τους νεοσυντηρητικούς δημοσιογράφους και τους κάθε λογής φασίστες στον κρατικό μηχανισμό; Αυτό πρέπει να το απαντήσει κάθε άνθρωπος μέσα του...
Ας περάσουμε στο τραγούδι. Σε συνέντευξή σου έχεις πει «με το έντεχνο δεν ασχολούμαι και ούτε θεωρώ τον εαυτό μου μέρος του εντέχνου».
Στην Ελλάδα ό,τι δεν έχει μια σαφή διάκριση το λέμε έντεχνο. Έντεχνο υποτίθεται ότι είναι το τραγούδι κληρονομιάς Μάνου Χατζιδάκι. Εγώ θεωρώ τον εαυτό μου παιδί των συγκροτημάτων και θέλω να ανήκω στην υπόθεση του ελληνικού ροκ. Δεν είναι ταμπέλα αυτό, είναι ένας αυτοπροσδιορισμός. Ωστόσο, όποια πρόθεση κι αν έχω εγώ για τα τραγούδια μου δεν θα κριθώ από αυτήν, αλλά από το αποτέλεσμα. Από κει και πέρα αν με θέλουν «έντεχνο» δεν με νοιάζει και πολύ.
Έχεις κάνει πράγματα για τα οποία έχεις μετανιώσει στην καλλιτεχνική σου πορεία;
Δεν είμαι ταλιμπάν αισθητικής. Τολμάω να κάνω πράγματα, μου αρέσει να πειραματίζομαι. Αυτό το έχω πληρώσει κάπως, γιατί το ελληνικό κοινό είναι λιγάκι δύστροπο, θέλει πάντα να σε κατατάσσει κάπου. Όλοι οι καλλιτέχνες αυτής της σχολής περνάμε από μια διελκυστίνδα, δηλαδή εκείνοι που ακούν αγγλόφωνο ροκ δεν θα ακούσουν ποτέ ελληνικό και η μεγάλη μάζα που ακούει ελληνική ποπ και σουξεδάκια θα μας θεωρήσει δύσκολους και δυσνόητους. Και οι δυο εν μέρει θα σε απορρίψουν και θα ψάξεις να βρεις ενδιάμεσες οδούς για να ακουστείς. Δεν έχω μετανιώσει για κάτι που έχω κάνει. Όλες μου οι συνεργασίες έγιναν συνειδητά και με ένα αίσθημα σεβασμού.
«Δεν ξέρω αν έχω αλήθεια κάτι να μοιραστώ…». Ποια είναι η μεγαλύτερη αλήθεια που έχεις μοιραστεί μέσα από τα τραγούδια σου;
Σε ένα άλλο τραγούδι, το «Δεν σε ξεχνώ», γράφω πως η φυλακή δεν είναι αληθινή. Υπάρχουν δύο απόψεις. Κάποιοι βλέπουν τον κόσμο ως μια φυλακή και κάποιοι άλλοι προσπαθούν να δώσουν κουράγιο, να ενωθούμε, να διώξουμε τους δυνάστες και να γίνει αυτή η φυλακή μη- αληθινή. Αυτό είναι και το νόημα του δίσκου. Είναι ένας δίσκος στον οποίο εκτός από τις νοσταλγίες μου, μίλησα και για τους πολιτικούς μου προβληματισμούς.
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο, πέρα από την προσωπική σου ιστοσελίδα, σε βρίσκουμε και στο myspace αλλά και στο…facebook.
Το internet είναι μια επανάσταση την οποία όποιος δεν εκμεταλλεύεται είναι χαζός. Δωρεάν promotion των τραγουδιών, χωρίς μεσάζοντες κι επίσης μια στιγμιαία επαφή με το κοινό, πολλές φορές και real time. Μου αρέσει να ψάχνω, να γνωρίζω ανθρώπους, να παίρνω demo από άλλους καλλιτέχνες που δείχνουν τη δουλειά τους. Το myspace ειδικά σε βοηθάει να ακούσεις πράγματα που δεν θα τα άκουγες σε καμία περίπτωση από το ελληνικό ραδιόφωνο. Φτιάχνει και μια κοινότητα από «φίλους» που προτείνει ο ένας στον άλλο πράγματα, ανεξάρτητα από το σε ποια χώρα ζουν.
Το μέλλον της δισκογραφίας ανήκει στο internet;
Το παρόν! Ο κόσμος πάντα θα θέλει στον ελεύθερο χρόνο του να ακούει μουσική και να βλέπει ταινίες καθώς και πάντα θα υπάρχουν καλλιτέχνες που θα θέλουν να εκφραστούν. Πιστεύω ότι το cd θα καταργηθεί, λίγοι θα βγάζουν δίσκο. Βέβαια τίποτα δεν θα είναι δωρεάν, κάποιο τρόπο θα βρουν οι δισκογραφικές για να παίρνουν τα λεφτά, ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Ίσως με προμήθεια από τις συνδρομές των παρόχων. Προσωπικά με νευριάζουν τα κροκοδείλια δάκρυά των εταιριών. Όταν ολόκληρη τη δεκαετία του 90 υποβάθμισαν το ρόλο του cd, δεν μπορούν τώρα να γκρινιάζουν για την κατάσταση.
Κλείνοντας, είσαι σε θέση να κάνεις μια ευχή;
Πριν την ευχή θα ήθελα να πω ότι είναι καιρός να δείξουμε την αλληλεγγύη μας για τους συλληφθέντες του Δεκεμβρίου από τους οποίους άλλοι είναι ακόμα μέσα και άλλοι αποφυλακίστηκαν με όρους. Αλλά και για τους μετανάστες τους οποίους καταδυναστεύουμε, εξευτελίζουμε ακόμα και σκοτώνουμε. Εύχομαι να εφαρμοστούν οι νόμοι του Διεθνούς Δικαίου στην Ελλάδα, να υπάρξει σεβασμός στη θρησκευτική ελευθερία του καθενός και κάποια στιγμή να τηρήσει η αστυνομία τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το ήξερες ότι υπάρχουν σκέψεις για κολαστήρια; Είναι ακόμα στα σκαριά, αλλά ξέρω ότι ετοιμάζεται ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης των ενοχλητικών στην περιοχή του Ασπρόπυργου…
*Πρώτη δημοσίευση Δίφωνο,
Ιούνιος 2009.
Ιούνιος 2009.
3 σχόλια:
Γεία και από μένα, ώραιο το blog σου Χρήστο.
Καλή συνέχεια!
Δεν έχω βρει σε τι, αλλά σε κάτι διαφέρει από τους λοιπούς του συναφιού που μας έχουν κατακλύσει..
http://www.youtube.com/watch?v=QiumF2_uDAE
sxedon eklapsa
panagiota
Δημοσίευση σχολίου